Από τις μεγαλύτερες χαρές που έχω νιώσει ως παιδί ήταν όταν έμαθα να «διαβάζω» την ώρα. Αναλογικά και ψηφιακά. Από τότε, δεν σταμάτησα, σχεδόν ποτέ, να φοράω ρολόι στον αριστερό καρπό. Έτσι, ξεκινάει η σχέση μου με τον χρόνο χωρίς να έχω την παραμικρή ιδέα τι με περιμένει.
Μια σχέση με μια θεμελιώδη έννοια, που διαμορφώνει την ανθρώπινη εμπειρία καθημερινά, φιλοσοφικά, πολιτισμικά, τεχνολογικά και ψυχολογικά, δεν έχει και πολλές πιθανότητες να πάει καλά. «Πώς περνάς τον χρόνο σου;», είναι μια ερώτηση, που απευθύνω ή δέχομαι συχνά. «Ε, καλά μωρέ, ξέρεις. Δουλίτσα, καμιά βόλτα, χόμπι, γυμναστική, ποτά και φαγητά. Μια ρουτίνα λίγο βαρετή». Σπάνια θ’ ακούσω ή θα πω κάτι εντελώς διαφορετικό. Ακόμα και να μη με αντιπροσωπεύει αυτό το πλαίσιο, είναι βολικό. Το λέω και ξεμπερδεύω, το ακούω και νιώθω ανακούφιση. Είναι μια ένδειξη, μεταξύ άλλων, ότι σ’ αυτό το μέρος του πλανήτη ζούμε ειρηνικά. Κάνουμε ό,τι θέλουμε με τον χρόνο. Τον σπρώχνουμε, τον σκορπάμε, τον χάνουμε, τον κερδίζουμε, τον αξιοποιούμε, τον αφήνουμε να περάσει.
Όσο μεγαλώνω, η αντίληψή μου για τον χρόνο εξελίσσεται, όμως δεν μπορώ να φανταστώ πόσο διαφορετική μπορεί να ήταν η σχέση μου μαζί του, αν είχε τύχει να γεννηθώ 1.200 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά από εδώ που βρίσκομαι. Στη λωρίδα της Γάζας. Όλες οι παραπάνω σκέψεις μικραίνουν. Εκεί, ο χρόνος έχει τελείως διαφορετική σημασία. Εδώ, μετράμε το μποτιλιάρισμα με podcasts, εκεί, στον ίδιο χρόνο, μετράνε 80 αεροπορικές επιδρομές. Εδώ, ξυπνάμε το πρωί και περιμένουμε να έρθει το βράδυ για να κοιμηθούμε, εκεί, στον ίδιο χρόνο, έχουν καταστραφεί 216 κατοικίες. Εδώ, χαζεύουμε στο κινητό 20 reels στο Instagram μέσα σε 2 λεπτά, εκεί στον ίδιο χρόνο σκοτώνεται ένας άνθρωπος.
Δεν είμαι εδώ για να παραθέσω τα αμέτρητα στατιστικά στοιχεία και τις αναλύσεις για τον τελευταίο χρόνο που εκτυλίσσεται η γενοκτονία στην Γάζα. Ούτε είμαι εδώ για να μας κατηγορήσω, επειδή ζούμε τη ζωή -λίγο πολύ- με τον τρόπο, που μας δόθηκε. Μου είναι δύσκολο, παρόλα αυτά, να αποφύγω τη σύγκριση της καθημερινότητάς μου με αυτή των ανθρώπων, που ζουν μόνιμα σε εμπόλεμη κατάσταση, δεχόμενος ειδικά αυτόν τον τεράστιο όγκο πληροφορίας. Όσο και να ψάξω, δύσκολα θα βρω άνθρωπο γεννημένο και μεγαλωμένο, στον λεγόμενο δυτικό κόσμο, που να μπορεί νιώσει τι σημαίνει να ζεις στη Ράφα, έστω και για ένα λεπτό τον τελευταίο χρόνο, ακόμα και να έχει τις καλύτερες προθέσεις.
Σκέφτομαι ν’ ανοίγω τα μάτια μου και αντί να βλέπω το παράθυρο του δωματίου μου, να βλέπω ερείπια, κομμάτια κρέας μέσα στα μπάζα, τεράστιους κρατήρες, μεταλλικές δοκούς να έχουν παραμορφωθεί από την υψηλή θερμοκρασία των βομβών, λίμνες αίματος, ακρωτηριασμένα σώματα, χαμένα παιδάκια, να μυρίζω την καμένη σάρκα και τον αέρα, που έχει το σφαγείο. Οι άνθρωποι εκεί βιώνουν μια φρικιαστική πραγματικότητα, που δεν μπορεί να περιγραφεί με λέξεις. Δε γνωρίζουν από διεθνείς σχέσεις, ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, εδαφικές ακεραιότητες, οικονομικά συμφέροντα, δεν τους ενδιαφέρει αν οι κάφροι Έλληνες πολιτικοί και οι μούτσοι τους καμαρώνουν ότι είναι με τη σωστή πλευρά της ιστορίας. Έχουν τον δικαίωμα, όπως κάθε άνθρωπος, να ζουν ελεύθερα και ειρηνικά.
Ψάχνοντας, τα μάτια μου έπεσαν στο παρακάτω: «Πάρτε τις ώρες, αθροίστε τα λεπτά και βάλτε μέσα σε κάθε λεπτό μια έκρηξη, σε κάθε δευτερόλεπτο κι ένα σφύριγμα σφαίρας. Δεν υπάρχει ένα μικρό κομμάτι γης, που να μην έχει δεχτεί πάνω του τόνους από σίδερο και φωτιά. Θεωρητικά, η περιοχή στους χάρτες των επιτελείων τους δε θα έπρεπε να υπάρχει πια. Ξέχασαν, όμως, κάτι. Κάτι που αυτοί δεν το διαθέτουν. Τον άνθρωπο. Τον άνθρωπο, που καίγεται η ψυχή του από ένα δίκαιο και μεγάλο ιδανικό, όπως είναι αυτό του να ζει ελεύθερος».
Πού και πότε γράφτηκε; Έχει σημασία; Θα μπορούσε να έχει γραφτεί στον Γράμμο, στη Σιέρα Μαέστρα, στην Γκέρνικα, στο ύψωμα 731, στη λωρίδα της Γάζας, στις Αρδένες, στο Μεσολόγγι. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι ο άνθρωπος, που θέλει να ζει ελεύθερος, είναι πάνω από στρατούς κατοχής, έξυπνα οπλικά συστήματα και εγκληματίες πολέμου. Κρατάει μέσα του τη δύναμη, που έχει η ζωή για να τραβάει μπροστά. Ακόμα και να πεθάνει θα έχει νικήσει, γίνοντας ένα παγκόσμιο, διαχρονικό σημείο αναφοράς, που θα μας εμπνέει και θα μας σηκώνει το βλέμμα στον ορίζοντα.