Δε θα το πίστευα, αν δεν το έβλεπα. Ο Πάμπλο, ένα καθαρόαιμο λυκόσκυλο, ζει, εδώ και πέντε χρόνια, στο σπίτι με τις πορτοκαλιές. Μέχρι πρότινος, τα μέλη της οικογένειας που τον υιοθέτησε, ήταν πέντε. Σήμερα, είναι τέσσερα. Ο μπαμπάς των τριών παιδιών και σύζυγος της Ν. πέθανε.
Ο Πάμπλο είχε αντιληφθεί την ασθένεια, ήταν όμως διακριτικός. Ένιωσε στο πετσί του την ημέρα του τέλους κι έκτοτε προσπαθεί, δίνει μάχη σχεδόν, να αποδεχθεί την απουσία. Στον ασθενή φίλο του, για μήνες, χάριζε πορτοκάλια. «Χραπ», τα γράπωνε με τα δόντια του και τα πρόσφερε ακέραια. Ακόμη και τα άνθη τους. Ένα κάθε μέρα, εκεί που ο ανθρωπένιος φίλος του έπινε τον καφέ του. Δεν παραπονιόταν για βόλτα, όπως συνήθως. Κοιμόταν και στον πίσω κηπάκο για να τον προστατεύει. Αλλά έβγαζε και κάτι κραυγές σαν δημοτικό τραγούδι, σε κάθε «αχ» πόνου, ανημπόριας και τερματισμού.
Ένα βράδυ, σε μια παρατεταμένη σιωπή, ο Πάμπλο προσπαθούσε να «διαβάσει χείλη» ή «να μπει στο μυαλό τους». Μάταιο. Έριξε, τότε, μια ματιά στις ιατρικές εξετάσεις. Ναι, στάθηκε για ώρα, πάνω στα ψυχρά χαρτιά. Μετά, χάθηκε στα δέντρα.
Το σκυλί καταλαβαίνει.
Το ξέρω.
Το σκυλί θα αρρωστήσει.
Όχι, θα ζήσει. Θα φανεί δυνατό. Θα σας προστατεύει.
Μη. Σε παρακαλώ.
Και ήρθε η άνοιξη. Και ο Πάμπλο φάνηκε δυνατός. Τουλάχιστον, έτσι έδειχνε μπροστά στους άλλους. Συνέχισε, παρόλα αυτά, να φέρνει, κάθε πρωί, πορτοκάλια, άγουρα και κάποιες φορές άνυδρα- και να τα αφήνει στην άδεια καρέκλα. Ή να παρατηρεί την κούπα, που δεν γέμιζε με καφέ. Αλλά και το μπαστούνι, που ξέμεινε πίσω από την πόρτα. Και δεν ήθελε με τίποτα να ακούει φυσαρμόνικα. Ακόμη δεν θέλει.
Μόνο μια μέρα ξέσπασε. Όταν περπάτησε τη διαδρομή προς το Πανεπιστήμιο και στάθηκε έξω από το τζάμι του γραφείου. Άδειο. Μόνο λίγα «σάπια» πορτοκάλια σε ένα βαθύ, κεραμικό πιάτο.
Από εδώ και πέρα τίποτε δεν θα είναι το ίδιο, «είπε».
Αυτή ήταν μια ιστορία αληθινή, με αφορμή την σημερινή μέρα, την 26η Αυγούστου, που έχει καθιερωθεί ως Παγκόσμια Ημέρα Σκύλων.