Δύο με τρεις συνδυασμοί ρούχων σε ένα σακίδιο, το νεσεσέρ που είναι πάντα έτοιμο και χωράει σε κάθε τσάντα μιας ημέρας γεμάτης κι ένα βιβλίο βαρύ, άνω των 400 σελίδων γιατί διαβάζεις πιο γρήγορα στην ακτή. Το μαγιό στη μεγάλη τσέπη μπροστά, μια πετσέτα, ένα παγούρι και γυαλιά ηλίου. Τα κοσμήματα δεν τα βγάζεις από πάνω σου – από πάντα σου άρεσε που ο μπαμπάς σε έλεγε λατέρνα.
Τελευταίο ολόκληρο Σαββατοκύριακο του Αυγούστου. Τελευταίο κλαμπ σάντουιτς πάνω στην ξαπλώστρα. Από Δευτέρα ένα με το τσιμέντο και πάλι. Από Δευτέρα, βάζεις στόχους για μια σαιζόν που θα ήθελες να έχει περισσότερο πράσινο, περισσότερη τέχνη, περισσότερη ζωή. Κάθε χρόνο, κάθε τέτοια Δευτέρα ελπίζεις τα ίδια και ξεχνάς να κάνεις τον απολογισμό. Ευτυχώς γιατί θα σου έφευγε η λαχτάρα για αλλαγή. Άλλωστε το θέμα είναι η εξέλιξη και το κυνήγι αυτής – ένα βήμα τη φορά αλλά καμία φορά θα ήθελες να τρέχεις και όχι να βηματίζεις.
Αποφασίζεις ότι θα ρουφήξεις κάθε δευτερόλεπτο αυτών των τελευταίων δύο ημερών καλοκαιριού – δικού σου – και δεν παίρνεις τα ακουστικά μαζί. Να ρουφήξουν τα αυτιά σου, τα μάτια σου, το στόμα σου, το σώμα σου όλο. Αυτή θα είναι η μουσική του Σαββατοκύριακου. Ο τελευταίος κόκκος αλατιού εύχεσαι να εξαφανιστεί σε 2 μήνες από τώρα – είναι εντάξει να σε πιάσει η μιζέρια του Νοέμβρη.
Η παραλία που διαλέγεις έχει κόσμο πολύχρωμο, παιδιά γυμνά με μπρατσάκια πορτοκάλι, ξαπλώστρες ξεθωριασμένες και μια θάλασσα λιγότερο γαλάζια από τις φωτογραφίες, αλλά το νερό είναι νερό, θα σκεφτείς. Τα παππούδια έχουν ξεχάσει να μπουν στη θάλασσα, τα παιδιά έχουν ξεχάσει να βγουν κι εκείνο που μπαινοβγαίνει σε πιτσιλάει σε κάθε του πηγαινέλα. Είσαι ευγνώμων κι η ευγνωμοσύνη είναι ένα συναίσθημα που φτάνει ως τον ορίζοντα μπροστά σου και ξαναγυρίζει.
Σήμερα μετά από μέρες καλοκαιρινής δυσφορίας, σκέφτεσαι όλους εκείνους που γράφουν ποιήματα και σταματάνε τον χρόνο με τις λέξεις τους. Σήμερα το κίτρινο σωσίβιο που επιπλέει μόνο του στη θάλασσα, είναι η πιο ωραία εικόνα της γης.