Κάθε χρόνο, κάθε καλοκαίρι, το μίσος των δέντρων κορυφώνεται, γίνεται γίγαντας έκτασης όσο αυτή η χώρα και μας πλακώνει και μας βαραίνει μέχρι το επόμενο καλοκαίρι. Κάθε χρόνο, κάθε καλοκαίρι, το μίσος των ανθρώπων για τα δέντρα γίνεται αβάσταχτο, γίγαντας κι αυτό που πλακώνει εμάς τις αχάριστες υπάρξεις, που ξεχάσαμε τις ρίζες μας και που αυτές δε φυτρώνουν πια στα τσιμέντα του κέρδους και της παρακμής. Κάθε χρόνο, καιγόμαστε, στέλνουμε βοήθεια, ανησυχούμε βαθιά για εκείνους που κινδυνεύουν, βρίσκουμε στάχτες στα μπαλκόνια μας, ζητάμε απ’ τους ανθρώπους να μην αφήσουν τα ζώα πίσω, ζητάμε ανθρωπιά. Τα καλοκαίρια μας καίγονται, μυρίζουν αποσύνθεση, μυρίζουν φόβο, θλίψη, ανησυχία, απογοήτευση, αλλά κάπου κάπου μυρίζουν και αλληλεγγύη και στήριξη σ’ εκείνους που παλεύουν για τη σωτηρία των δέντρων, των σπιτιών και των ψυχών.
Θα ‘ρθει μια μέρα
που τα δέντρα θα μισήσουν
την αχαριστία των ανθρώπων
και θα σταματήσουν να παράγουν
Θα πάρουνε τις ρίζες τους
και θα φύγουν.
Μεγάλες τρύπες θα μείνουνε στη γη
εκεί που ήταν πριν τα δέντρα.
Όταν οι άνθρωποι
καταλάβουνε τί έχασαν,
θα πάνε και θα κλάψουνε πικρά
πάνω από αυτές τις τρύπες.
Πολλοί θα πέσουνε μέσα.
Τα χώματα θα τους σκεπάσουν.
Κανείς δε θα φυτρώσει.
Ένα ποίημα του Αργύρη Χιόνη παντοτινή καλοκαιρινή μαχαιριά κι ένα σκίτσο της Ζακλίν Πολενάκη με το πολύχρωμο ανθρωπάκι της να ψάχνει μια πράσινη χαραμάδα που κάθε χρόνο είναι ολοένα και πιο μακρινή, ολοένα και πιο δυσπρόσιτη, ολοένα και πιο ανάμνηση. Κι όσο σκέφτομαι ότι τα παιδιά που έρχονται ίσως δεν καταγράψουν ποτέ την ανάμνηση ενός δέντρου ψηλού και αγέρωχου να προσφέρει καθαρότητα στα πνευμόνια τους και ίσκιο στα κεφάλια τους, το μίσος των δέντρων, αυτός ο γίγαντας, με πλακώνει και δεν μπορώ να βρω μισή ανάσα.
Η κάθε βοήθεια είναι πολύτιμη και η ενημέρωση είναι συνεχής εδώ και σε κάθε σελίδα στα μέσα κοινωνική δικτύωσης που φωτίζεται από αλληλεγγύη. Ένας αγαπημένος μου έχει πει πως κάποτε η αλληλεγγύη ήταν τόσο αυτονόητη που δε λεγόταν με το όνομά της και αναρωτιέμαι τι άλλαξε τόσο και πόσο θα συνεχίζει να αλλάζει και πως κάποτε δε θα φτάνουν ούτε τα κεφαλαία γράμματα σε φωτεινή επιγραφή για να μην ξεχάσουμε αυτή τη λέξη που αγκαλιάζει το μαζί.