Μια αλυσίδα Σούπερ Μάρκετ, σίγουρα δε φυτρώνει εκεί που δεν τη σπέρνει κανένας σινεφίλ. Ειδήσεις για σινεμά που κλείνουν, που τα προλαβαίνει η μεγάλη ζωή και δεν τα φτάνει πια η τέχνη. Σινεμά, που έχεις ζήσει ιστορίες αγάπης και αποχαιρετισμού, κλάματος γιατί ταυτίστηκες ή δεν είχες που αλλού να κλάψεις, ποίησης γιατί η τέχνη κάποτε σε έσωσε. Σινεμά μικρά, θερινά, αγαπημένα που μυρίζουν χρόνο, λιγότερο αγαπημένα αλλά σημαντικά λόγω ανθρώπων-συνοδών, σινεμά που οι αναμνήσεις τα ανακαινίζουν τακτικά.
Ένας παππούς, λίγο παππούς-πολύ χορευτής, στέκεται κοντά μου. Είμαστε στη Φωκίωνος Νέγρη. Η ηρεμία μας είναι κοινή και μοιράζεται κοινό ύψος και βάρος. Ευτυχώς μου μιλάει για να μου πει για ένα σινεμά με γυναικείο όνομα στην αγαπημένη του πλατεία, που αν και δεν ήταν θερινό, εκείνος με διαβεβαιώνει πως είχε δει ουρανό αθηναϊκό και καθαρό, στην προβολή που γνώρισε εκείνη. Δε θα ρωτήσω ποια ταινία έβλεπαν για να ελπίζω για πάντα πως αυτή η ιστορία θα τελειώσει μια άλλη στιγμή. Σκέφτομαι πως μου δανείζει έμπνευση. Σκέφτομαι καλύτερα όχι γιατί θα είναι αγύριστη. Σταματάει να μιλάει. Θέλει να ακούσουμε τις δύο νότες που του θυμίζουν πιο πολύ ελευθερία. Αν ήξερα μουσική, θα ήξερα να τις πω με το όνομα τους, αλλά ακόμα κι αν ήξερα, θα ήταν διαφορετικές από δω και πέρα.
«Τι μπορείς να ζήσεις μέσα σ’ ένα Σούπερ Μάρκετ;», με ρωτάει. «Aν θες να ζήσεις, ζεις και στο απέναντι σκαλί», απαντάει ολομόναχος σα να μην είμαι εκεί, σα να είναι σίγουρος πως δεν υπάρχει απάντηση να τον ικανοποιήσει.
Δε χρειάζεται να μου μιλήσει άλλο γι’ αυτό και μου δείχνει έναν δίσκο των Beatles, που μου λέει πως τον αγόρασε τρεις φορές, για να φτάσει η μέρα να τον χαρίσει σε όσους του το επέτρεψαν. Θα τον έπαιρνε και τέταρτη, αλλά τον πρόλαβε το Youtube.
Αυτός o παππούς, που δε θέλει να μου πει πως τον λένε, γιατί δεν έχει νόημα να χάσουμε στιγμές εκφέροντας συνηθισμένους διαλόγους, στέκεται μπροστά μου τώρα και είναι πιο κοντός από εμένα. Η μάσκα του κινείται πιο γρήγορα από ότι μιλάει, του είναι φαρδιά. Ακούμε μαζί κάτι μουσικούς, άλλοτε των σκηνών, τώρα των δρόμων. Θα κλείσουμε ραντεβού να τους ξαναδούμε στην Αιόλου, γιατί η ιστορία για το σινεμά και την αγαπημένη του πλατεία δε γίνεται να τελειώνει εδώ.
Θα γυρίσω σπίτι και θα σκεφτώ πως στην Κυψέλη, μιλάς πιο εύκολα μ’ αυτούς που στέκονται κάπου κοντά. Στην Κυψέλη μπορείς να ζήσεις στο απέναντι σκαλί, να μοιραστείς μια ηρεμία με κοινά χαρακτηριστικά, να μάθεις καινούργιες νότες. Στην Κυψέλη, έχει κόσμο πολύ διαφορετικό και πολύ ίδιο και είναι σα να είστε όλοι μαζί και χώρια και ξανά μαζί.
Υ.Γ. Η ιστορία είναι για τον κινηματογράφο Roxy στην πλατεία Κυψέλης, που έκλεισε το 2020 και έγινε Σούπερ Μάρκετ.