Πανέμορφη, χριστουγεννιάτικη Πλάκα. Με κρύο, λουλούδια στα μπαλκόνια κι ένα «σπρώξιμο» ώστε όλοι εμείς που περπατάμε στους δρόμους της, Σάββατο πρωί, να κοιτάμε ψηλά.

Φτάνουμε στο «Σπίτι του Ελύτη», στην Πολυγνώτου. Η ωραία παρέα μου: ένα μικρό παιδί. Μπαίνουμε σε μια αυλή. Οι άνθρωποι, σε κάθε αυλή, είναι πάντα χαρούμενοι. Δεξιά, η είσοδος. Στον πρώτο, μικρό χώρο, όλη η προσωπική ιστορία του νομπελίστα ποιητή. Φωτογραφίες, τα πρώτα χρόνια, ο γραφικός του χαρακτήρας, αστερίες, κοχύλια, το Νόμπελ, η αγάπη όλων προς αυτόν, «κοίτα, εδώ, είναι πολύ μικρός κι εδώ πολύ μεγάλος», Καλοκαίρια στις Σπέτσες, καλοκαίρια κάτω από ήλιους –δίχως τίποτε άλλο-, «τέτοια ρούχα φορούν οι ποιητές, όταν βραβεύονται;», «ωραίο αυτό το μπλε», «κι αυτό το «άλφα», το καλλιγραφικό». Στο μυαλό ενός παιδιού, ο χρόνος είναι παράξενος. Το «1911» είναι ένας αριθμός και ο Ελύτης ένας άνθρωπος που υπήρξε ή υπάρχει «και αγαπούσε ή αγαπά και τους αστερίες».

Συνεχίζουμε, προχωράμε σε μία πιστή αναπαράσταση του χώρου εργασίας, εκεί που επέλεγε να γράφει και να ηρεμεί ο Οδυσσέας Ελύτης (στο μικρό διαμέρισμα της οδού Σκουφά, που έμενε από τη δεκαετία του ’60): το γραφείο του, που χρησιμοποιούσε από την μαθητική του ηλικία και σε όλη την συγγραφική διαδρομή του, διάφορα έπιπλα, η βιβλιοθήκη του, την οποία σχεδίασε ο Γιάννης Μόραλης, και φιλοξενεί γύρω στους επτακόσιους τίτλους βιβλίων, αλλά και εικαστικά έργα της προσωπικής του συλλογής.

Το μικρό παιδί παρατηρεί. Κι άλλος αστερίας κι ένα καράβι, ένα ακροκέραμο, «όταν δεν έγραφε, ίσως καθόταν σε αυτή την καρέκλα», «και όλα αυτά τα σκέφτηκε σε αυτόν τον μικρό χώρο;», «τον αγαπούσαν πολύ οι φίλοι του, μάλλον». Από την οθόνη, ακούγεται η φωνή του Ελύτη, τον βλέπουμε να αγγίζει την ίδια γραφομηχανή, που υπάρχει μπροστά μας.

Εμένα μου αρέσει αυτό που λέει «Του μικρού βοριά παράγγειλα/ Να ‘ναι καλό παιδάκι». Τον φαντάζομαι να πίνει ζεστό γάλα και να γράφει, ας πούμε, το μεσημέρι και μετά να ζωγραφίζει. Και να μην έχει πολλά μολύβια, μόνο τρία και μια ξύστρα. Και στο συρτάρι του γραφείου του, να έχει κι ένα κοχύλι για γούρι. Και να φοράει μαύρα και γκρι ρούχα. Αλλά ποτέ φόρμες. Και να μη θέλει να πεθάνει ποτέ, γιατί θα του έλειπε η ποίηση κι αυτή η παραλία στις Σπέτσες.

Είπε το παιδί ή μάλλον όλα τα παιδιά του κόσμου. Που ανοίγουν την καρδιά τους και βλέπουν. Βλέπουν έναν άνθρωπο που «υπάρχει» και «που θέλησε το ελάχιστο» γνωρίζοντας τι είναι αληθινή ευτυχία. Πανάλαφρος, ανεξάρτητος, «με τρία μολύβια».

«Σε αυτή τη φωτογραφία, ίσως είναι κι αυτός 8 χρόνων. Μοιάζει με έναν συμμαθητή μου, που του αρέσουν οι μέλισσες».

Στα μουσεία, να πηγαίνετε με παιδιά. Γεννιέται πάντα ένας άλλος κόσμος.

Πληροφορίες

Το «Σπίτι του Ελύτη» λειτουργεί από Πέμπτη έως Κυριακή. Τα ωράρια, τις καθημερινές, είναι από τις 12 έως τις 5 μ.μ. ενώ τα σαββατοκύριακα από τις 10 π.μ. έως τις 5 μ.μ.

Διοσκούρων 4 και, Πολυγνώτου, Αθήνα

*Φωτογραφία: @Χάρης Ακριβιάδης

[mc4wp_form id="278"]