Βρέχει στον δρόμο, τόσο ώστε να κινούνται αγχωμένα οι υαλοκαθαριστήρες. Το Ναύπλιο είναι κοντά, όμως προλαβαίνουμε να ακούσουμε ολόκληρους δίσκους των The Doors, του ΛΕΞ, του Stolen mic. Φτάνουμε βράδυ, το Παλαμήδι φωτίζεται για να μη χάνουμε στιγμή από το μεγαλείο του. Έχει κόσμο, κόσμο μαζεμένο να περιμένει το άναμμα του δέντρου, ακούμε τυπικές ευχές για υγεία, ευημερία και όποια άλλη καλοσυνάτη λέξη μπορείς να σκεφτείς, σε ένα μικρόφωνο που κάποιος το κρατάει πολύ κοντά στα χείλη του, περνάμε από ένα έλκηθρο στο οποίο στέκονται να φωτογραφηθούν παιδιά-κρεμμύδια και ξεκινάμε να ανεβαίνουμε σκαλιά μέχρι το ξενοδοχείο – γκαλερί Ίλιον.
Διαβάζω δυνατά: Απολαμβάνοντας μια εξαιρετικά προνομιακή θέση, το ξενοδοχείο Ίλιον βρίσκεται στη καρδιά της Παλιάς Πόλης του Ναυπλίου και προσφέρει δωμάτια και σουίτες, όλα με μοναδική διακόσμηση. Χτισμένο το 1620, το κτίριο φέρει μακρά και σημαντική Ιστορία, ενώ έχει υπάρξει χώρος κατοικίας μερικών πολύ σημαντικών προσωπικοτήτων (βρίσκω: κατοικία δημάρχου τον 19ο αιώνα). Κάθε γωνιά του είναι ένα έργο τέχνης, αναμειγνύοντας στοιχεία της Ιστορίας του κτιρίου με άλλες γνωστές δημιουργίες.
Βλέπω: Τα έπιπλα και τα έργα τέχνης, οι πίνακες ζωγραφικής, είναι από την προσωπική συλλογή του ιδιοκτήτη (ουάου). Απαγορεύονται οι φωτογραφίες για αποφυγή φθοράς των πινάκων (αναρωτιέμαι αν πρέπει να νιώθω πως θα κοιμηθώ σε μουσείο τα επόμενα δύο βράδια).
Με λίγα λόγια ενθουσιασμού: Το Ilion Hotel, ειναι σε ένα από τα πάρα πολλά στυλάτα στενά του Ναυπλίου, σε ένα κτίριο εποχής με γραμμένη την ιστορία στα θεμέλια και τις σκάλες του, είναι ζεστό σα σπιτικό με αναμμένο τζάκι, είναι οικονομικό για την αίσθηση πολυτέλειας που προσφέρει και που νιώθουμε όλοι πως αξίζουμε, είναι πληθωρικό σε χρώμα, υφές, μυρωδιές, αύρα και γαλήνη. Διαθέτει πρωινό κάθε μέρα, δωρεάν και για όλα τα γούστα, αλμυρά ή γλυκά και πίνεις τον καφέ σου σε vintage φλιτζάνι που σίγουρα περνάει από το μυαλό σου να οικειοποιηθείς, σερβιρισμένο από ευγενικούς και ζεστούς ανθρώπους όσο ο γαλλικός σου.
Κάνει κρύο αλλά θα πάμε να φάμε στο Ζουρνάλ, ένα πολύχρωμο μεζεδοπωλείο εκτός παλιάς πόλης, αλλά πάλι κοντά, μου έχει λείψει να μην παίρνω λεωφορείο. Περνάμε από το Cine Nafplio, προβάλλει τη Maria, λέμε να έρθουμε την επόμενη μέρα, μου αρέσει να πηγαίνω σε σινεμά που ίσως δεν ξαναπάω.
(βόλτα να θαυμάσουμε σπίτια των ονείρων μας)
Φτάνουμε στο Ζουρνάλ, κάθε πιάτο του με τυρί λιώνει ηδονικά, διαλέγουμε τοπικές μπύρες από έναν πολυσέλιδο κατάλογο με γευστικά ονόματα, τρώμε, σκάμε από ευχαρίστηση, στο ξενοδοχείο θα κοιμηθούμε νωρίς.
Έχει ήλιο, δεν κρυώνεις χωρίς κασκόλ, πάμε για branch στο ΤΣΑΡΛΥ’Σ bake house, το roll μπουγάτσας είναι αφράτο, το ψωμάκι κάτω από τα αυγά τόσο γλυκό όσο αρμόζει, ο καφές ήρθε σε cozy κούπα.
(βόλτα να βρούμε την προτομή του Άγγελου Τερζάκη, να διαλέξουμε την επόμενη pension που θα μείνουμε)
Δύο μέρες δεν πήγαμε σε ζαχαροπλαστίο, το νιώθω σαν έλλειψη. Διαλέγουμε το l’amande, οι βιτρίνες με τα γλυκά μου το κάνουν δύσκολο, διαλέγουμε προφιτερόλ και πάστα αμυγδάλου, στην απόδειξη λέει 5,50 ευρώ.
(βόλτα στα φώτα ουρανού απογεύματος, το ροζ φαίνεται διαφορετικό)
Ποτό στον Σκαντζόχοιρο, βρίσκουμε να κάτσουμε, νιώθουμε τυχεροί, νιώθουμε λόκαλς, καθόμαστε έξω, στο στενό, παρατηρούμε τη διαφορά μας με λόκαλς στα αλήθεια. Να προλάβουμε να πιούμε και μια ζεστή σοκολάτα, λένε πως και τα απογεύματα αυτό το μπαρ είναι στέκι.
(βόλτα για φαγητό σε πακέτο, στο ξενοδοχείο αυτό πρέπει να αφιερώσεις αρκετό χρόνο για να σου αφιερώσει κι αυτό χρόνο ενός τίποτα που δε φέρνει τύψεις)
Πρωινό, μαζεύουμε ανόρεχτα, παίρνουμε μια τελευταία βαθιά ανάσα να γεμίσουμε Ναύπλιο για καβάτζα.
Στον δρόμο για την πραγματικότητα, σκέφτομαι πως το Ναύπλιο είναι για κάθε εποχή του χρόνου, σκέφτομαι πως θα μετακόμιζα αν ήταν να πηγαίνω μία φορά την εβδομάδα στην Επίδαυρο το καλοκαίρι.