
*Συνέντευξη στους Βασίλη Φωτόπουλο και Χρύσα Φωτοπούλου
Ο Γιάννης Μπέζος είναι ένας από τους πιο καταξιωμένους ηθοποιούς του ελληνικού θεάτρου και της τηλεόρασης. Με μια καριέρα που μετρά δεκαετίες και ρόλους, που έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους στη σύγχρονη καλλιτεχνική ιστορία της χώρας. Με το μοναδικό του ύφος, τη ζεστή φωνή του, την ευθύτητα του λόγου του και τη βαθιά γνώση της τέχνης του, έχει κερδίσει το κοινό, όχι μόνο μέσα από τους ρόλους του, αλλά και με τις απόψεις του για την κοινωνία, τον πολιτισμό και το ελληνικό θέατρο. Ακόμη και με τον τρόπο που συνυπάρχει με το ψυχωμένο υλικό του Καλδάρα, του Ζαμπέτα, του Μάρκου, του Τσιτσάνη. Παραδίδει ακεραιότητα. Και με το παραπάνω. Πέρα όμως απ’ όλα αυτά, έχει καταφέρει, για μας, κάτι πολύ σημαντικό: να «μπει» στα σπίτια των ανθρώπων κάνοντάς τους να αισθάνονται όμορφα και οικεία. Στη συνέντευξη που ακολουθεί, μιλάμε για την πορεία του, τις προκλήσεις της εποχής, αλλά και για τη δική του άποψη πάνω στη ζωή και την τέχνη.
Μέσα στην πολύχρονη πορεία σας στο θέατρο, την τηλεόραση, τον κινηματογράφο ακόμα στο τραγούδι – το ξέρω είναι δύσκολο – αλλά υπάρχουν ξεχωριστές στιγμές που δε θα ξεχάσετε ποτέ;
Νομίζω ότι δεν ξεχωρίζω κάτι. Απλώς, το μόνο που δεν μπορώ να ξεχάσω και ίσως ακουστεί λίγο παράδοξο είναι το πόσο κόπιασα για όλα αυτά. Πάντα με μια έγνοια και μια αγωνία, αν αυτό με το οποίο καταπιάνομαι θα έχει τουλάχιστον ενδιαφέρον γι’ αυτούς, που το εισπράττουν. Γιατί για εμάς, όλη μας η δουλειά αυτή είναι. Το τι θα καταφέρει να επικοινωνηθεί με τον κόσμο – γιατί αποδέκτης μας είναι ο κόσμος- και στο βάθος είναι ο χρόνος.
Υπάρχει μια πολύ εύστοχη φράση που λέει ότι «κάποια μέρα, κοιτάζοντας πίσω, τα χρόνια που κόπιασες και αγωνίστηκες, θα σου φαίνονται τα πιο ωραία».
Αυτή είναι μια πολύ μεγάλη κουβέντα. Οι εποχές, τα τελευταία χρόνια, ήταν αντι-κοπιαστικές. Στο πλαίσιο μιας διάθεσης «άντε, να περάσουμε καλά». Λες και το «περνάω καλά» σημαίνει να είμαι μέσα στο ραχάτι και την κομπίνα. Ενώ η ουσία της ζωής είναι να είσαι παραγωγικός.

Συμφωνώ. Και είναι ο καλύτερος τρόπος να απολαμβάνουμε τη ζωή.
Αυτό που λέτε είναι πολύ μεγάλο στοίχημα, γιατί ουσιαστικά είναι σαν να κερδίζεις την αθανασία.
Έχετε πραγματοποιήσει όλα όσα έχετε σκεφτεί στην καριέρα σας ή υπάρχουν κι άλλα πράγματα στο μυαλό σας που θα θέλατε να γίνουν;
Έχω κάνει πράγματα που ούτε καν τα ονειρευόμουνα. Πάρα πολλά πράγματα και πολύ πετυχημένα και με αντίκρισμα. Οπότε είμαι ευγνώμων γι’ αυτά, για τα οποία προσπάθησα πολύ, όπως προανέφερα. Δεν έχω απωθημένα. Πάντα έχω το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, διότι το παρελθόν δε με γοητεύει ιδιαίτερα. Γενικά, ως διάθεση, ως ιδιοσυγκρασία. Επιμένω στο κάτι καινούριο, που μπορεί να μου αποκαλυφθεί.
Κι αυτό είναι ένα στοίχημα. Να κάνεις χώρο για το καινούριο. Μακριά από την ασφάλεια και την επανάληψη ασφαλών εκδοχών.
Δεν είναι εύκολα όμως όλα αυτά. Γιατί υπάρχει πάντα η ασφάλεια του παρελθόντος. Το να αναμασάμε τα παλιά, μας βοηθά, γιατί βοηθά και λίγο το χουζούρι μας. Επαναπαυόμαστε σε αυτό, γιατί το αντιλαμβανόμαστε ως πιο σίγουρο. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, υπάρχει και η τάση, η προσκόλληση θα λέγαμε, στη συντήρηση και το παρελθόν.
Υπάρχουν κωμικές σειρές στην ελληνική τηλεόραση – αρκετές από τις οποίες σας έχουν βρει πρωταγωνιστή – που έχουν χαραχτεί βαθιά στη συνείδηση του κοινού. Ακόμα και οι επαναλήψεις τους σημειώνουν υψηλά νούμερα τηλεθέασης ή καταγράφουν εκατομμύρια θεάσεις στο διαδίκτυο. Έχει περάσει η «χρυσή» δημιουργική περίοδος της ελληνικής τηλεοπτικής κωμωδίας;
Θα έλεγα ότι η σημερινή περίοδος είναι πιο φοβισμένη. Είναι άτολμη. Κυρίως σε ό,τι αφορά στη θεματολογία. Είναι σαν μας τραβάει κάτι προς τα πίσω, αναχαιτίζοντας την ελεύθερη έκφραση. Στη δουλειά μας, το να μπορείς να είσαι ελεύθερος, να σκέφτεσαι, να ονειρεύεσαι, να εκφράζεσαι είναι πολύ μεγάλη υπόθεση. Ίσως γίνει αυτό, κάποια στιγμή, ενοχλητικό –μέχρι ένα σημείο πρέπει να είναι ενοχλητικό- εκτός κι αν γίνεται διαστροφικό κι εν τέλει επικίνδυνο κοινωνικά. Αλλά δεν μπορείς να κάθεσαι να σκέφτεσαι τι θα πεις και τι δεν θα πεις. Έχει μεσολαβήσει βέβαια και η μεγάλη οικονομική κρίση κι όλα αυτά δημιούργησαν αναταράξεις. Θέλω να πιστεύω ότι θα ξεπεραστούν. Ίσως να μην ξεπεραστούν την επόμενη πενταετία, αλλά αργότερα θα ξεπεραστούν σίγουρα. Επειδή είναι μια ανάγκη των ανθρώπων.

Η περίοδος που διανύουμε φέρει πολλά επίθετα. Έχει χαρακτηριστεί, πολλές φορές, αντιπνευματική. Ποια η δική σας θέση;
Είμαστε ένας λαός, που, λόγω καταγωγής, θρησκεύματος και ιστορίας, λειτουργεί περισσότερο με το θυμικό. Δεν χρησιμοποιούμε πολύ την αναλυτική σκέψη. Δεν έχουμε μάθει να το κάνουμε και σε αυτό δε βοηθά και η επίσημη παιδεία. Πρέπει, με κάποιον τρόπο, να χρησιμοποιούμε το μυαλό περισσότερο, να μην επηρεαζόμαστε πολύ. Διότι, όταν λειτουργούμε με το θυμικό, καταλήγουμε να «δουλευόμαστε» μεταξύ μας. Πράγμα που είναι αρκετά σύνηθες σε αυτή τη χώρα. Ζούμε με τον μύθο μας, ταυτίζοντας την επιθυμία μας με την πραγματικότητα. Και τα αποτελέσματα είναι καταστροφικά. Δεν έχουμε μάθει να συνομιλούμε. Θέλει πραγματική, προσωπική ελευθερία για να μπορέσεις να συνομιλείς. Θέλει να μη φοβάσαι. Κυρίως να μη φοβάσαι τον εαυτό σου. Γιατί η πραγματικότητα είναι εκεί και μας εκδικείται πάντα. Κι επειδή αγνοούμε τα πράγματα, κι αυτά έχουν και μια αξία η οποία ταξιδεύει στον χρόνο, έρχεται, κάποια στιγμή, και μας εκδικείται.
Ένας φίλος, τις προάλλες, ακούγοντάς σας στο «Χαμάμ», μας μιλούσε για το λαϊκό τραγούδι και τη δύναμή του να υπερβαίνει τον χρόνο και να περικλείει τις ζωές μας. Ωστόσο, μπορεί να ειπωθεί και το αντίθετο και να γίνει πολύ εύκολα λόγος για εξαφάνιση της έννοιας του «λαϊκού». Εσείς τι λέτε;
Δεν νομίζω ότι οδηγείται προς τα εκεί, απλά αλλάζει καμιά φορά το ρούχο. Το σώμα είναι ίδιο. Το ότι επικοινωνούν οι άνθρωποι με αυτά τα τραγούδια –και είναι κάτι που συμβαίνει οριζόντια και ανεξάρτητα από τις ηλικίες- σημαίνει ότι το λαϊκό το εμπεριέχουμε. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το λαϊκό ως ορισμός –το έλεγε και ο Θεοδωράκης αυτό πολύ συχνά- είναι αυτό που μας κάνει και θυμόμαστε. Δηλαδή, που μας ενώνει, που μας φέρνει κοντά στη ρίζα. Έχει ως βάση την ιστορία, τον τρόπο που ζούμε. Τον πολιτισμό. Πατρίδα δεν είναι μόνο τα σύνορά μας. Είναι ο τρόπος κυρίως που ζούμε. Αυτόν τον τρόπο εκφράζουν αυτά τα τραγούδια. Και ο στίχος και οι μουσικοί ρυθμοί και οι ενορχηστρώσεις. Το πιο βασικό είναι ο στίχος, που μας ενώνει σε ένα πολύ κοινό αίσθημα. Δεν εξαφανίζονται αυτά τα πράγματα. Σε παγκόσμιο επίπεδο. Απλά αλλάζει ενίοτε ο τρόπος έκφρασης. Δεν είναι τυχαίο ότι συμμετέχουν όλοι. Γιατί υπάρχει ένας κοινός πόνος και μια κοινή χαρά.

Όταν θέλω να χαλαρώσω, συνηθίζω να βλέπω ξανά και ξανά στο διαδίκτυο μια σειρά, στην οποία έχετε πρωταγωνιστήσει. Εκτός από το ότι μου δημιουργεί ευχάριστα συναισθήματα, το συνδέω με κάτι που έχετε πει στο παρελθόν: ότι, μέσω των τηλεοπτικών σειρών, έχετε «μπει» στα σπίτια πάρα πολλών ανθρώπων, κρατώντας τους συντροφιά. Πέρα όμως από μια απλή συντροφιά, μέσα από τις ερμηνείες σας και το ταλέντο σας, έχετε καταφέρει να γίνετε μέρος της ποπ κουλτούρας και ενός κοινού κώδικα αναφοράς στις παρέες. Πώς νιώθετε για αυτό;
Δεν το αντιλαμβάνομαι. Το καταλαβαίνω πάντως, ξέρω τι συμβαίνει. Απλώς εγώ, ξέρετε, δεν είμαι λάτρης της παρέας. Δεν εννοώ φυσικά ότι δεν έχω ανθρώπους, με τους οποίους συνομιλώ. Πιστεύω όμως περισσότερο στην ατομικότητα. Χωρίς αυτό όμως να μου «απαγορεύει» τη συνύπαρξη με τους άλλους. Όσον αφορά στην ερώτηση, έχω να πω ότι αρκετός κόσμος συνδέει τα νιάτα του με αυτό που λέτε. Είναι πολύ φυσικό άνθρωποι που μεγάλωσαν με αυτές τις τηλεοπτικές σειρές, να εκφράζονται μέσα από αυτό. Το ίδιο συνέβαινε και παλιότερα με τις ταινίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Με παραδείγματα σπουδαίων καλλιτεχνών, με τα οποία ταυτιζόμασταν. Είναι πάρα πολύ ωραία όλα αυτά διότι απλώς σε ζεσταίνουν. Αλλά να μην μένουμε μόνο σε αυτά. Να είναι σαν να μας χαϊδεύουν προσωρινά. Εμείς όμως οφείλουμε να πηγαίνουμε παρακάτω.
Τι σας δίνει αληθινή χαρά, όταν δεν βρίσκεστε πάνω στη σκηνή ή μπροστά από την κάμερα; Έχετε κάποια ασχολία ή χόμπι που σας βοηθά να αποφορτίζεστε;
Εδώ και αρκετά χρόνια, είμαι σε μια φάση που είτε είμαι στο σπίτι μου είτε στο πλατώ είτε στο θέατρο είναι το ίδιο. Αισθάνομαι μια μεγάλη οικειότητα. Δεν αισθάνομαι καμία ένταση, υπερένταση, τρακ κι όλα αυτά τα βαρύγδουπα. Βέβαια αυτό θέλει εμπειρία. Αλλά δεν είναι όλη η ζωή το πλατώ, το γύρισμα και το θέατρο. Πρέπει η ζωή να έχει ενδιαφέρον έξω από αυτά. Μόνο όταν έχει ενδιαφέρον η ζωή έξω από αυτά, έρχεται κι ακουμπά και η τέχνη. Είναι σημαντικό το πόσο αντέχεις να μείνεις έξω από όλα αυτά, τα οποία δίνουν και μια ψευδαίσθηση κύρους. Ενώ η ζωή είναι πολύ πιο ισχυρή και πολύ πιο ενδιαφέρουσα, κατά την άποψή μου.
Και καλή, άρα ενδιαφέρουσα ζωή, είναι αυτή, κατά τη γνώμη μου, που διακατέχεται από απλότητα.
Η δουλειά του ηθοποιού είναι μαγική πολλές φορές, αλλά μπορεί να γίνει και πολύ αγχωτική. Ακριβώς επειδή έχει να κάνει με την προβολή και με το πόσο επηρεάζουμε τους άλλους ανθρώπους. Η ευθύνη μας είναι τεράστια. Με τι τρόπο κάνουμε τη δουλειά αυτή και με τι τρόπο μιλάμε έξω από τη δουλειά, όπως, καλή ώρα, κάνουμε εμείς τώρα. Έχει πολύ μεγάλη σημασία τι λέμε. Γιατί υπάρχουν άνθρωποι που επενδύουν πάνω στη δική μας εικόνα και πολλές φορές, λαθεμένα, δίνουν διαστάσεις που δεν υπάρχουν.
Αν κάποιος νέος ηθοποιός σας ζητούσε μία μόνο συμβουλή για το πώς να χτίσει μια αυθεντική και μακροχρόνια καριέρα, τι θα του λέγατε;
Συμβουλές γενικά δε δίνω ποτέ. Γιατί πολύ απλά δεν τις ακούνε οι άνθρωποι. Πάντα λειτουργούν με το παράδειγμα – κι εμείς τα ίδια κάναμε-. Μια προτροπή, μια γνώμη προς έναν νέο, που θα ήθελε να διεκδικήσει κάτι στο μέλλον, θα ήταν πρώτον να μη φοβάται. Και δεύτερον, να εμπιστεύεται το αίσθημά του και όχι το αίσθημα των άλλων.
Σας ευχαριστούμε θερμά.
Κι εγώ!
*Ο Γιάννης Μπέζος εμφανίζεται στο Χαμάμ, στα Πετράλωνα, σε μια μουσική παράσταση με άξονα αγαπημένα λαϊκά τραγούδια.