
Ποιος ξέρει πόσοι δολοφόνοι κυκλοφορούν ανάμεσά μας. Πόσοι σφάχτες, πόσοι βασανιστές. Τα θύματα μαρτυρούν πως πρέπει να υπάρχουν χιλιάδες. Και τι μπορεί να έχουν γίνει τάχατες όλοι αυτοί που σκότωσαν, εκείνοι που υπόγραψαν ή υποκίνησαν καταδίκες και που κανένας δεν τους έχει κυνηγήσει; Αλλά είναι και κείνοι οι άλλοι. Τα νέα κρυφά ταλέντα, που δε βρήκαν ακόμα τη μεγάλη ευκαιρία. Καμιά φορά, που παρακατέχομαι από τέτοιους φόβους, με πιάνει σύγκρυο, όταν αντιλαμβάνομαι πως κάποιος κανόνισε το βήμα του πάνω στο δικό μου, και σταματάει κι αυτός στις ίδιες βιτρίνες. Δεν μπορώ να μη βάζω κακό με το νου μου. Είμαι κι εγώ παιδί μιας εποχής δολοφόνων.
Γιώργος Ιωάννου, «Ομόνοια 1980», εκδ. Κέδρος
Ο Γιώργος Ιωάννου (20 Νοεμβρίου 1927 – 16 Φεβρουαρίου 1985) ήταν Έλληνας ποιητής, πεζογράφος, δοκιμιογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Το πραγματικό του όνομα ήταν Γιώργος Σορολόπης.
Mεγάλωσε στο κέντρο της πόλης της Θεσσαλονίκης και τελείωσε το παλαιό 3ο Γυμνάσιο Αρρένων Θεσσαλονίκης, το οποίο φέρει σήμερα το όνομα του. Σπούδασε με λαμπρούς δασκάλους στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στο Α.Π.Θ. μάλιστα υπηρέτησε για ένα διάστημα ως βοηθός στην έδρα της Αρχαίας Ιστορίας. Από το 1960, εργάστηκε ως φιλόλογος στη μέση εκπαίδευση στην Αθήνα και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Από το 1962 και για δύο χρόνια, δίδαξε στο Ελληνικό Γυμνάσιο στη Βεγγάζη της Λιβύης. Το 1974 ορίστηκε μέλος της Επιτροπής για τη συγκρότηση ανθολογίου κειμένων λογοτεχνίας για το Δημοτικό σχολείο, καθώς και για την ανανέωση των Νεοελληνικών Αναγνωσμάτων του Γυμνασίου. Υπήρξε σύμβουλος έκδοσης του σημαντικού περιοδικού Ελεύθερη γενιά (μηνιαίο περιοδικό για τις μαθητικές κοινότητες), που εξέδιδε το Υπουργείο Παιδείας. Πέθανε το 1985 στα 58 του χρόνια, από νοσοκομειακή λοίμωξη που επήλθε μετά από μια απλή επέμβαση στον προστάτη.