Νέα κλινική δοκιμή σε ασθενείς με καρκίνο του παχέος εντέρου δείχνει πολλά υποσχόμενα αποτελέσματα.
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου αποτελεί για πολλούς τη «νέα πανδημία» ενώ όχι μόνο έχουν αυξηθεί τα περιστατικά που διαγιγνώσκονται κάθε χρόνο, αλλά έχουν μειωθεί οι ηλικίες των ασθενών. Κλινική δοκιμή φάσης 3 (δοκιμή που έχει πάρει πλέον τις απαραίτητες εγκρίσεις για να δοκιμαστεί σε ανθρώπους) έρχεται να δώσει ένα αισιόδοξο νέο στους ασθενείς: μια μικρή δόση ασπιρίνης μείωσε τον κίνδυνο υποτροπής του καρκίνου του παχέος εντέρου κατά περισσότερο από 50% σε ασθενείς με όγκους που φέρουν συγκεκριμένες μεταλλάξεις.
Θα αποδειχτεί η ασπιρίνη τόσο σημαντική;
Αυτή είναι η πρώτη μελέτη που δείχνει ότι μεταλλάξεις στο μονοπάτι PI3K, μπορούν να προβλέψουν την απόκριση στην ασπιρίνη, διευρύνοντας σημαντικά τον πληθυσμό των ασθενών που μπορεί να ωφεληθούν. Περίπου το 30% των περιστατικών κολοορθικού καρκίνου φέρουν αυτές τις γενετικές μεταλλάξεις. Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η λήψη 600 mg ασπιρίνης ημερησίως για μέσο διάστημα 25 μηνών μπορεί να μειώσει την εμφάνιση καρκίνου μετά από 55,7 μήνες σε άτομα με γνωστές γενετικές προδιαθέσεις.
Ενώ η ασπιρίνη ως χημειοπροφύλαξη στον καρκίνο του παχέος εντέρου έχει μελετηθεί, δεν υπάρχουν δεδομένα που να επιβεβαιώνουν την αποτελεσματικότητά της καθώς και την υιοθέτηση αυτής της προσέγγισης στην πράξη.
Οι λεπτομέρειες της μελέτης
Η μελέτη ALASCCA περιέλαβε 626 ασθενείς (μέση ηλικία 66 έτη, 52% γυναίκες) με καρκίνο παχέος εντέρου σταδίου ΙΙ-ΙΙΙ (67%) ή καρκίνο ορθού σταδίου Ι-ΙΙΙ (33%) σε 33 νοσοκομεία της Σουηδίας, Δανίας, Φινλανδίας και Νορβηγίας. Οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκανσε δύο ομάδες και έλαβαν είτε 160 mg/ημέρα ασπιρίνης είτε εικονικό φάρμακο για 3 χρόνια. Η ασπιρίνηήταν καλά ανεκτή, χωρίς σοβαρές παρενέργειες.
Σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο, η ασπιρίνη μείωσε τον κίνδυνο υποτροπής κατά 51% στους ασθενείς με μεταλλάξεις PIK3CA, με ποσοστό υποτροπής 7,7% στην ομάδα της ασπιρίνης έναντι 14,1% στην ομάδα ελέγχου. Στην ομάδα με άλλες μεταλλάξεις του μονοπατιού PI3K, η μείωση του κινδύνου ήταν 58% και επιπλέον, η χρήση ασπιρίνης βελτίωσε την επιβίωση χωρίς νόσο. Τέλος, η συχνότητα ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν χαμηλή, και δεν παρατηρήθηκαν σοβαρές παρενέργειες από τη δόση των 160 mg/ημέρα.
Συνοψίζοντας η κλινική δοκιμή ALASCCA έδειξε ότι η χαμηλή δόση ασπιρίνης μειώνει τον κίνδυνο υποτροπής του καρκίνου του παχέος εντέρου κατά 50-58% σε ασθενείς με μεταλλάξεις στο μονοπάτι PI3K. Τα αποτελέσματα αυτά επιβεβαιώνουν τη σημασία του γενετικού ελέγχου πριν από τη θεραπεία και αναμένεται να επηρεάσουν την κλινική πρακτική.
Η σημασία του γενετικού ελέγχου
Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουν οι καθηγητές του ΕΚΠΑ Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Παθολόγος, Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής, Δρ. Μαρία Καπαρέλου, Παθολόγος – Ογκολόγος και Θάνος Δημόπουλος, τ. Πρύτανης ΕΚΠΑ, Καθηγητής Θεραπευτικής – Ογκολογίας – Αιματολογίας, Διευθυντής Θεραπευτικής Κλινικής. Σε σχόλιό τους, σχετικά με τα παραπάνω δεδομένα τονίζουν ότιτα αποτελέσματα αυτά υπογραμμίζουν τη σημασία του γενετικού ελέγχου από την αρχή της διάγνωσης για τους ασθενείς με κολοορθικό καρκίνο σύμφωνα με τα ευρήματα που παρουσιάστηκαν στο ASCO (American Society of Clinical Oncology) για τους γαστρεντερικούς καρκίνους το 2025 στο Σαν Φρανσίσκο.