Τα «Γενέθλια» τα διάβασα, όταν ήμουν 10 χρόνων. Είχαν προηγηθεί «Ο θησαυρός της Βαγίας» και τα «Στενά παπούτσια» της Ζωρζ Σαρή, της συγγραφέα, που αγαπούσε η παρέα μας πιο πολύ. Άνοιγα, λοιπόν, μια πόρτα και βρισκόμουν σε μια εποχή, που οι ρωγμές και τα ηχοτοπία της ακουμπούσαν σε μια γλώσσα που ήξερα κι ένιωθα να επαναλαμβάνεται. Έτσι ένιωθα. Αυτό με δονούσε. Έβλεπα μπροστά μου έναν έναν τους ήρωες. Με τα χαρακτηριστικά τους. Οι γενναίοι είχαν –έτσι ήθελα- μαύρα μάτια. Κι έναν προστατευτικό ήλιο στην καρδιά για να «αλλάζουν πορεία οι σφαίρες».
Δεν άργησα να συνειδητοποιήσω πόσο με κινητοποιούσε μια μικρή ιστορία με φόντο μια μεγάλη, πραγματική ιστορία. Ένας μικρός κόσμος, που κύρτωνε ή ανυψωνόταν, όσο η ελευθερία, εκείνα τα κατάμαυρα εφτά χρόνια της Δικτατορίας, γινόταν μια κουκίδα, χωρίς αίμα, χωρίς ψυχή. Μια τελεσίδικη κουκίδα. Πώς συγκινείται ένα παιδί; Με το να «εντοπίζει» στη ζωή τις «Άννες», τον «νονό Δημήτρη», την ομοψυχία και την οριστική υπέρβαση. Με το να ταυτίζεται. Με το να ζητάει διαρκώς την αλήθεια. Με το να συναρμολογεί, πόντο πόντο, με περηφάνια, τη συναισθηματική του νοημοσύνη. Αυτή ήταν (είναι) η Ζωρζ Σαρή. Ο άνθρωπος που μας είχε σύμμαχούς της. Να λέμε «ζωή» και να εννοούμε, εκ των προτέρων, τη συμμετοχή στους καιρούς της. Να αντιλαμβανόμαστε την απλότητα ως παλμό της σοφίας και της ειλικρίνειας.
Τα «Γενέθλια» από τον Οκτώβριο έχουν μεταφερθεί στο Θέατρο Rex – Σκηνή «Ελένη Παπαδάκη», σε σκηνοθεσία Δημήτρη Αγαρτζίδη και Δέσποινας Αναστάσογλου. Από το φθινόπωρο μέχρι σήμερα, η πλατεία του θεάτρου έχει γεμίσει με χιλιάδες παιδιά, που αφέθηκαν στη δυναμική μιας πυκνής κατάθεσης με νεύρο, διαχρονικότητα, φρεσκάδα και φαντασία (πρωτίστως). Παιδιά που σηκώθηκαν από τα καθίσματά τους για να φωνάξουν «Ψωμί –Παιδεία – Ελευθερία», μια αιμάτινη κραυγή για δικαιοσύνη και ανθρωπιά. Παντού, σε όλον τον κόσμο. Παιδιά με υψωμένα χέρια, μικρά, μεγάλα παιδιά, που ακολούθησαν την «Άννα» ως παιδί κι ως έφηβη, να αμφισβητεί, να αντιδρά, να κατανοεί όλα τα σημάδια και στο τέλος, να ίπταται, πλήρης, με το πιο κόκκινο μπαλόνι.
Μια μεγάλη νίκη της υπέροχης ομάδας των συντελεστών, που άφησε την πιο διευρυμένη φαντασία να κυριαρχήσει. Με λεπτεπίλεπτες εναλλαγές, με έναν ρυθμό που κατακλύζει, σε έναν σκηνικό χώρο πολύ κοντά «στην τελειότητα της παιδικής οξυδέρκειας» και στον «αναγκαίο υπερρεαλισμό».
«Πώς είναι δυνατόν με τόσο χιούμορ, τόσα χρώματα, τόση κίνηση κι όλα τόσο κοντά μου, εγώ να θέλω να κλάψω, όπως εσύ», με ρώτησε, εκείνο το Σάββατο, το μικρό παιδί. Και μετά τέντωσε τους μυς του για να ενωθεί με την ιστορία. Γνωρίζοντας τη σοβαρότητα της απουσίας απ’ ό,τι μπορεί να μετακινήσει τον Γαλαξία. Όλα τα ξέρουν τα παιδιά. Κι αυτό ήταν το πρώτο πράγμα, που πυροδότησε την εκκίνηση των συντελεστών, που κάθε τόσο έκαναν χώρο στο όχημά τους για όλους εμάς.
Σήμερα, 19 Ιανουαρίου, είναι η τελευταία παράσταση. «Θα τους λείψουν τα συνθήματά μας», ξανά το παιδί. «Θα ακολουθήσουν κι άλλα όμορφα. Είμαι σίγουρη», λέω εγώ.
Δημήτρη Αγαρτζίδη, Διαμαντή Αδαμαντίδη, Σταυριανέ Γκάτζιε, Μαρίνα Μάλλιου, Κατερίνα Πέκη, Τατιάνα-Άννα Πίττα, Ανδρομάχη Φουντουλίδου, χίλια μπράβο. Όταν στο σκοτάδι υπάρχουν πάνω από δύο πυγολαμπίδες, ο δρόμος παίρνει άλλη μορφή. Και είναι σημαντικό που κάτι τέτοιο, σε αυτή την εποχή, έγινε παραδοχή από τα άπειρα παιδιά που στάθηκαν απέναντί σας και σας χειροκρότησαν με ευγνωμοσύνη γιατί τους είπατε την αλήθεια.
Πληροφορίες
Συντελεστές
Διασκευή-Σκηνοθεσία: Δημήτρης Αγαρτζίδης, Δέσποινα Αναστάσογλου
Σκηνικά-Κοστούμια: Μαγδαληνή Αυγερινού
Μουσική-Φωνητική διδασκαλία: Χρίστος Θεοδώρου
Κίνηση: Βιτόρια Κωτσάλου
Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας
Δραματολόγοι παράστασης: Μαρία Καρανάνου, Ευτυχία Χαραλαμπάκη
Βοηθός σκηνοθετών: Φαίδρα Φασούλα
Βοηθός σκηνογράφου-ενδυματολόγου: Ξένια Παπατριανταφύλλου
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά): Δημήτρης Αγαρτζίδης, Διαμαντής Αδαμαντίδης, Σταυριανός Γκάτζιος, Μαρίνα Μάλλιου, Κατερίνα Πέκη, Τατιάνα-Άννα Πίττα, Ανδρομάχη Φουντουλίδου