Ο Leonard Norman Cohen (21 Σεπτεμβρίου 1934 – 7 Νοεμβρίου 2016) γεννήθηκε στο Μόντρεαλ του Καναδά. Ο πατέρας του ήταν ευκατάστατος εβραίος, έμπορος υφασμάτων. Σε ηλικία έξι ετών, ο Κόεν έχασε τον πατέρα του κι αυτό τον σημάδεψε για όλη του την ζωή. Έφηβος, έμαθε κιθάρα κι έγινε μέλος του μουσικού γκρουπ Buckskin Boys, το οποίο έπαιζε μουσική κάντρι. Αργότερα, τον καιρό που ήταν σπουδαστής στο Πανεπιστήμιο McGill, εξέδωσε τα πρώτα του ποιήματα, που τον έκαναν γνωστό στους καναδικούς λογοτεχνικούς κύκλους. Το 1960, αγοράζει ένα σπίτι στην Ύδρα, στην οποία θα διαμείνει για αρκετά χρόνια. Στο νησί, επίσης, γνώρισε κι ερωτεύτηκε τη Νορβηγίδα Marianne Ihlen, τη μούσα του. Με το μυθιστόρημα “Beautiful Losers” (Θαυμάσιοι αποτυχημένοι, 1966), καθιερώθηκε ως συγγραφέας. Ωστόσο, το 1967 αποφάσισε να εγκατασταθεί στις ΗΠΑ για να αφοσιωθεί στην μουσική.
Σε μια συνέντευξή του το 1998, είπε για το γράψιμο: Eίναι σαν μια αρκούδα που σκοντάφτει μέσα μια κυψέλη ή σε μια κάσα μελιού. Σκοντάφτω ακριβώς μέσα του και κολλάω και είναι νόστιμο κι απαίσιο και είμαι μέσα του και δεν είναι ό,τι πιο χαριτωμένο και είναι πολύ αδέξιο και πολύ επώδυνο και παρόλα αυτά υπάρχει κάτι το αναπόφευκτο γύρω του. Το 2011, έλαβε το βραβείο του Πρίγκιπα της Αστούρια για τη λογοτεχνία. Ακολουθούν τρία ποιήματά του σε μετάφραση Κατερίνας Καντσού.
Η σύντροφος μου
Υπάρχει αυτή η τεράστια γυναίκα
(Ω, Θε μου είναι όμορφη)
αυτή η τεράστια γυναίκα
που παρ’ όλο που είναι όλες οι γυναίκες μαζί,
έχει ένα πολύ συγκεκριμένο χαρακτήρα.
Αυτή η τεράστια γυναίκα
που καμιά φορά έρχεται σε μένα
πολύ νωρίς το πρωί
και μου μαδάει το δέρμα!
«Κυλιόμαστε γύρω στον παράδεισο»
αρκετά μίλια πάνω από τα πεύκα
και δεν υπάρχει χώρος ανάμεσά μας,
αλλά δεν είμαστε Ένα
ή τίποτα τέτοιο.
Είμαστε δυο τεράστιοι άνθρωποι,
δυο αχανή κορμιά
τρυφερότητας και χαράς
με όλες τις απολαύσεις που έχουμε νιώσει
και μεγεθύνει
για να ταιριάξουν με το σχήμα μας.
Όποτε συμβαίνει αυτό
είμαι συνήθως έτοιμος να συγχωρήσω οποιονδήποτε
δεν με αγαπάει αρκετά
συμπεριλαμβανομένου και εσένα, Σαχάρα,
ειδικά εσένα.
Ενοχλημένος αυτό το πρωινό
Ω, ναι. Αυτό.
Γι’ αυτό ήμουν τόσο ενοχλημένος
αυτό το πρωινό:
η επιθυμία μου ξαναγύρισε
και σε θέλω πάλι.
Τα πήγαινα μια χαρά,
ήμουν πάνω απ’ όλα.
Τα αγόρια και τα κορίτσια ήταν όμορφα
και εγώ ήμουν ένας γέρος που τους αγαπούσε όλους.
Και τώρα σε θέλω πάλι,
θέλω την αποκλειστική προσοχή σου,
το εσώρουχο σου που κυλιέται κάτω
με βιασύνη
κι ακόμα κρέμεται από το ένα πόδι,
και τίποτα στο μυαλό μου
από το να είμαι μέσα,
στο μόνο μέρος που δεν υπάρχει
ούτε μέσα,
ούτε έξω.
Κορμί της μοναξιάς
Διαπέρασε το πόδι μου
με το πόδι της
και διαπέρασε τη μέση μου
με το χιόνι της.
Διαπέρασε την καρδιά μου λέγοντας
«Ναι, έτσι είναι.»
Κι έτσι το Κορμί της Μοναξιάς
απ’ το τίποτα καλύφθηκε
κι από το μέσα του αγκαλιάστηκε.
Τώρα κάθε φορά που προσπαθώ
να τραβήξω μια αναπνοή
εκείνη ψιθυρίζει στη δύσπνοιά μου,
«Ναι, αγάπη μου, έτσι είναι, έτσι είναι.»
Πηγή: Vakxikon.gr