Μία σημαντική αύξηση στα ποσοστά της προβληματικής ενασχόλησης με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στους εφήβους διεθνώς, από 7% το 2018 σε 11% το 2022 δείχνουν νέα στοιχεία από το Περιφερειακό Γραφείο του Π.Ο.Υ. για την Ευρώπη. Το παραπάνω, σε συνδυασμό με το ότι, επίσης, μια σημαντική μερίδα εφήβων (12%) είναι στα όρια ή παίζουν ήδη υπερβολικά ηλεκτρονικά παιχνίδια (gaming), δημιουργεί έντονη ανησυχία σχετικά με τον αντίκτυπο της ψηφιακής επικοινωνίας και των οθονών γενικότερα στην ψυχική υγεία και την ευημερία των νέων της Ευρώπης.
Τα ευρήματα αυτά προέρχονται από τη διεθνή έρευνα Health Behaviour in School-aged Children (HBSC), στην οποία συμμετείχαν το 2022 σχεδόν 280.000 έφηβοι ηλικίας 11, 13 και 15 ετών από 44 χώρες και περιοχές στην Ευρώπη και την Κεντρική Ασία και τον Καναδά (η Ελλάδα συμμετέχει μέσω του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας, Νευροεπιστημών και Ιατρικής Ακριβείας «ΚΩΣΤΑΣ ΣΤΕΦΑΝΗΣ», ΕΠΙΨΥ).
Η προβληματική ενασχόληση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μοιάζει με εθισμό
Η έκθεση ορίζει την προβληματική ενασχόληση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως ένα πρότυπο συμπεριφοράς, που χαρακτηρίζεται από συμπτώματα που μοιάζουν με εθισμό. Αυτά περιλαμβάνουν την αδυναμία ελέγχου της χρήσης τους, το έντονο αίσθημα «στέρησης», όταν οι έφηβοι δεν μπορούν να συνδεθούν σε αυτά, την παραμέληση άλλων δραστηριοτήτων υπέρ της χρήσης τους και το να έρχονται αντιμέτωποι με αρνητικές συνέπειες στην καθημερινή τους ζωή, εξαιτίας της υπερβολικής χρήσης.
Σημαντική η εκπαίδευση στον ψηφιακό εγγραμματισμό
«Είναι σαφές ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορούν να έχουν θετικές και αρνητικές συνέπειες στην υγεία και την ευεξία των εφήβων», σημείωσε ο Δρ. Hans Henri P. Kluge, Δ/ντής του Περιφερειακού Γραφείου του Π.Ο.Υ. για την Ευρώπη. «Γι’ αυτό η εκπαίδευση στον ψηφιακό εγγραμματισμό είναι τόσο σημαντική. Ωστόσο, παραμένει ανεπαρκής σε πολλές χώρες, και όπου είναι διαθέσιμη, συχνά αποτυγχάνει να συμβαδίσει με τα εφηβικά πρότυπα και την ταχέως εξελισσόμενη τεχνολογία.
Βλέπουμε ήδη τις συνέπειες αυτού του κενού, και ακόμα χειρότερες πιθανώς έπονται, εκτός και εάν οι κυβερνήσεις, οι υγειονομικές αρχές, η εκπαιδευτική κοινότητα και οι γονείς αναγνωρίσουν τις βαθύτερες αιτίες της τρέχουσας κατάστασης και λάβουν μέτρα για τη διόρθωσή της. Εκατομμύρια έφηβοι σε όλη την Ευρώπη ξεκινούν το σχολείο, μετά τις καλοκαιρινές διακοπές, και ήδη ορισμένες χώρες εξετάζουν το ενδεχόμενο επιβολής περιορισμών ή ακόμα και απαγόρευσης της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για παιδιά έως μια ορισμένη ηλικία. Είναι ξεκάθαρο ότι χρειαζόμαστε άμεση και διαρκή δράση για να βοηθήσουμε τους εφήβους να ανατρέψουν τη δυνητικά επιζήμια χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η οποία έχει αποδειχθεί ότι οδηγεί σε άγχος, κατάθλιψη, έκθεση σε εκφοβισμό και προβλήματα στη σχολική επίδοση».
Θετικές πτυχές της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
Ενώ η έκθεση υπογραμμίζει τους κινδύνους, υπογραμμίζει, επίσης, και τα οφέλη από μια υπεύθυνη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Οι έφηβοι που τα χρησιμοποιούν συχνά, αλλά όχι υπερβολικά, δηλώνουν εντονότερη υποστήριξη από τους συνομηλίκους και έχουν υψηλότερη την αίσθηση του κοινωνικού δεσμού. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει 17χρονος μαθητής από την Πολωνία, «Υπάρχουν πολλά οφέλη από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ειδικά όταν χρησιμοποιούνται με μέτρο. Μεταξύ των πλεονεκτημάτων, είναι η δυνατότητα επαφής και ουσιαστικής σύνδεσης γύρω από κοινά θέματα. Οι έφηβοι μπορούν να γνωρίζουν εύκολα άλλους που μοιράζονται τα ίδια πάθη και ενδιαφέροντα».
«Τα ευρήματα της έρευνας καταδεικνύουν τόσο τις ευκαιρίες όσο και τις παγίδες από την ενασχόληση των νέων μας με την ψηφιακή κοινωνική δικτύωση», δήλωσε η Δρ. Natasha Azzopardi-Muscat, Διευθύντρια Εθνικών Πολιτικών και Συστημάτων Υγείας στον Π.Ο.Υ. Ευρώπης. «Είναι σημαντικό να λάβουμε μέτρα, που εξασφαλίζουν ότι οι νέοι περιηγούνται με ασφάλεια στον ψηφιακό κόσμο και να τους εξοπλίσουμε με τις κατάλληλες δεξιότητες ώστε να κάνουν υπεύθυνες επιλογές, όταν επικοινωνούν διαδικτυακά, μεγιστοποιώντας τα οφέλη και ελαχιστοποιώντας τους κινδύνους για την ψυχική και κοινωνική τους υγεία. Εν ολίγοις, οι έφηβοι θα πρέπει να κυριαρχούν και όχι να κυριαρχούνται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».
Οι τάσεις στα ηλεκτρονικά παιχνίδια και οι επιπτώσεις τους
Η έκθεση καταδεικνύει επίσης ότι το 34% των εφήβων παίζει καθημερινά ηλεκτρονικά παιχνίδια, με το 22% να παίζει για τουλάχιστον τέσσερις ώρες τις ημέρες του παιχνιδιού. Και ενώ η πλειονότητα (68%) ταξινομούνται ως «μη προβληματικοί» παίκτες, το 12% είναι σε κίνδυνο προβληματικής ενασχόλησης.
Για πολλούς εφήβους, το ηλεκτρονικό παιχνίδι παραμένει ένας ακίνδυνος ή ακόμη και ευεργετικός τρόπος αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου. Όπως αναφέρει ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας HBSC-Greece στο ΕΠΙΨΥ, Τάσος Φωτίου, «χάριν και των τεχνολογικών εξελίξεων, το ηλεκτρονικό παιχνίδι δεν αποτελεί πλέον μια μοναχική δραστηριότητα για τον έφηβο, αλλά ένα μέσο επικοινωνίας και κοινωνικής συναναστροφής. Συνιστά δηλαδή έναν ακόμα δίαυλο κοινωνικής δικτύωσης μέσω του οποίου οι έφηβοι (τις περισσότερες φορές παρέες φίλων) παίζουν διαδικτυακά συζητώντας μεταξύ τους και θέματα που δεν αφορούν αυτό καθ’ εαυτό το παιχνίδι».
Ωστόσο, δεν είναι δύσκολο η ενασχόληση του εφήβου με το ηλεκτρονικό παιχνίδι να εξελιχθεί σε προβληματική, με αρνητικές συνέπειες για την ψυχοκοινωνική υγεία. Μια προηγούμενη μελέτη – δημοσιευμένη στο PubMed– με τα δεδομένα της ίδιας έρευνας, που εξέτασε την προβληματική ενασχόληση με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια σε πέντε χώρες βρήκε ότι συνδέεται με χαμηλότερα επίπεδα ικανοποίησης από τη ζωή, συχνότερες αναφορές σε ψυχολογικά συμπτώματα και χαμηλότερα επίπεδα υποστήριξης από συνομηλίκους.
Τα αγόρια είναι πιο ευάλωτα στην προβληματική ενασχόληση με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Η Δρ. Claudia Marino, μία από τους συγγραφείς της έκθεσης στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβα, σημείωσε: «Οι διαφορές μεταξύ των φύλων στην ενασχόληση με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια είναι εντυπωσιακές. Τα αγόρια όχι μόνο εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά καθημερινού παιχνιδιού, αλλά είναι επιπλέον πιο πιθανό να αναπτύξουν χαρακτηριστικά εθισμού. Αυτό τονίζει την ανάγκη για στοχευμένες παρεμβάσεις που θα λαμβάνουν υπόψη τους διαφορετικούς -μεταξύ των φύλων- μηχανισμούς, κίνητρα και παράγοντες κινδύνου στο ηλεκτρονικό παιχνίδι».