Με τον τόνο της ποιητικής μου φωνής που δεν έχει ούτε αποχρώσεις ξύλου, ούτε λαβύρινθους δηλητήριου, ούτε αρνιά που ξαφνικά γίνονται μαχαίρια ειρωνείας, θα προσπαθήσω να σας δώσω ένα μάθημα απλό για το κρυμμένο πνεύμα της πληγωμένης Ισπανίας. Ο Μανουέλ Τόρρες, ένας μεγάλος καλλιτέχνης της Ανδαλουσίας, είπε κάποτε σ΄ έναν άλλο τραγουδιστή: «Έχεις φωνή, έχεις στυλ, όμως δε θα πετύχεις ποτέ γιατί δεν έχεις ντουέντε». Σ΄ ολόκληρη την Ανδαλουσία, απ’ τον βράχο του Χαέν μέχρι το όστρακο του Καντίθ, οι άνθρωποι μιλούν συνέχεια για το ντουέντε κι όταν φανεί, το ένστικτό τους δεν τους γελάει ποτέ. Το αναγνωρίζουν αμέσως.
Έτσι το ντουέντε είναι μια δύναμη κι όχι μια λειτουργία, μια πάλη κι όχι μια αφηρημένη έννοια. Άκουσα κάποτε ένα γέρο κιθαρίστα να λέει: «Το ντουέντε δε βρίσκεται στο λαρύγγι. Το ντουέντε ανεβαίνει απ΄ τις γυμνές πατούσες των ποδιών». Που σημαίνει πως δεν είναι μια ικανότητα, μα αληθινή μορφή, αίμα, αρχαία κουλτούρα, στιγμή δημιουργίας. Αυτή η «μυστήρια δύναμη που όλοι νιώθουμε και που κανένας φιλόσοφος δεν εξήγησε ποτέ» είναι το ίδιο το πνεύμα της γης. Είναι το ίδιο εκείνο ντουέντε, που φλόγισε κι έκανε στάχτες την καρδιά του Νίτσε, που γύρευε τις εξωτερικές του μορφές στη γέφυρα του Ριάλτο και στη μουσική του Μπιζέ, χωρίς ποτέ ν΄ αντιληφθεί πως το ντουέντε, που κυνηγούσε είχε πηδήσει από τους μυστηριακούς Έλληνες στους χορευτές του Καντίθ. Όχι. Το σκοτεινό κι ολότρεμο ντουέντε για το οποίο μιλώ, είναι απόγονος του εύθυμου δαίμονα του Σωκράτη, όλο αλάτι και μάρμαρο, που όρμησε ξέφρενα κι άρχισε να τσαγκρουνάει τον κύριό του τη μέρα που πήρε το κώνειο.
Κάθε σκαλί που ανεβαίνει ένας άνθρωπος, ή όπως θα΄ λεγε ο Νίτσε, ένας καλλιτέχνης, στον πύργο της τελείωσής του γίνεται ύστερα από σκληρή μάχη μ΄ ένα ντουέντε. Όχι μ΄ έναν άγγελο, όπως έχουν πει, ούτε με μια μούσα. Είναι ανάγκη να γίνει αυτό το βασικό ξεχώρισμα για να φτάσει κανείς στην καρδιά ενός έργου. Ο άγγελος καθοδηγεί και προικίζει με δώρα, όπως ο Άγιος Ραφαήλ, ή φρουρεί και υπερασπίζει, όπως ο Άγιος Μιχαήλ, ή προειδοποιεί όπως ο Άγιος Γαβριήλ.
Το κείμενο για το Ντουέντε (προηγήθηκαν μικρά αποσπάσματα) προέρχεται από την διάλεξη που έδωσε ο Λόρκα τον Οκτώβριο του 1934 στο Μπουένος Άιρες, κατά την διάρκεια της περιοδείας που έκανε τότε στην Λατινική Αμερική. Το ντουέντε είναι μια από εκείνες τις λέξεις, που φέρνουν αμηχανία σε λεξικογράφους, φιλοσόφους και προπαντός μεταφραστές, γιατί είναι δύσκολο όχι μόνον να μεταφραστούν, άλλα και να οριστούν μέσα στα πλαίσια της δικής τους γλώσσας. (Γιώργος Γεωργούσης μεταφραστής της έκδοσης Ντουέντε – Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, Γαβριηλίδης, 2007)
Ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα (Φουέντε Βακέρος, 5 Ιουνίου 1898 – Βιθνάρ, 19 Αυγούστου 1936), ήταν Ισπανός ποιητής και δραματουργός, που ανήκει στη λεγόμενη «γενιά του ’27», ομάδα συγγραφέων, που προσέγγισε την ευρωπαϊκή αβάν-γκαρντ με εξαιρετικά αποτελέσματα, ούτως ώστε το πρώτο μισό του 20ου αιώνα να ορίζεται ως «αργυρή εποχή» (edad de plata) της ισπανικής λογοτεχνίας. Δολοφονήθηκε, με επίσημη εντολή από το καθεστώς της ισπανικής χούντας, έναν μόλις μήνα μετά το ξέσπασμα του ισπανικού εμφυλίου, το καλοκαίρι του 1936. Δολοφονήθηκε μαζί με ένα ακόμη άτομο μετά την σύλληψή του σε φιλικό σπίτι, όπου κρυβόταν και μεταφέρθηκε με αυτοκίνητο στο Βιθνάρ, περιοχή βόρεια της Γρανάδας, χωρίς ωστόσο να προσδιορίζεται η ακριβής τοποθεσία ταφής. Ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα ήταν ένας επαναστάτης ποιητής, «γιατί δεν υπάρχει αληθινός ποιητής που να μην είναι επαναστάτης», όπως ο ίδιος έγραψε.
Με πληροφορίες από: Doctv