Είδα ένα meme που έγραφε: «Ξέρεις ποιο είναι το καλό με τον Αύγουστο; Είναι ο τελευταίος μήνας της χειρότερης εποχής του χρόνου». Μ’ έπιασε εκνευρισμός. Είναι δυνατόν κάποιος άνθρωπος να σκεφτεί κάτι τέτοιο; Δεν έχει καμία καλοκαιρινή ανάμνηση; Δεν έχει πάει διακοπές; Δεν έχει φάει παγωτό;

Κατανοώ τους ανθρώπους που δεν αντέχουν τις υψηλές θερμοκρασίες, αλλά δεν ξύπνησε κανένας και καμία, κάποιο πρωινό, και να πει «Πω, τι ωραία θα ήταν τώρα να είχαμε 11 Φλεβάρη»! Το καλοκαίρι είναι – μεταξύ άλλων – ένα ιδιαίτερα ξεχωριστό κομμάτι του χρόνου. Η αξονική κλίση της γης στρέφει το ημισφαίριο προς τον ήλιο και η διάρκεια της ημέρας είναι η μέγιστη. Φοράμε ελαφριά ρούχα. Βουτάμε στη θάλασσα. Μαυρίζουμε. Τελειώνουν τα σχολεία. Τρώμε σύκα και σταφύλια. Κλείνουμε το ξυπνητήρι. Χαζεύουμε τα πεφταστέρια. Τρέχουμε από θεατρική παράσταση σε μουσικό φεστιβάλ. Με όλα αυτά κι άλλα πολλά, δεν έχουμε λόγο να το μισούμε. Σωστά. Μισούμε τις αιτίες που μας εμποδίζουν ν’ απολαμβάνουμε όλα τα παραπάνω. Είναι κάτι ανάλογο με τον καπιταλισμό και τις Δευτέρες, αλλά μέχρι να σκάψουμε για να βρούμε τη ρίζα του προβλήματος, τα βάζουμε με τις ημέρες και τις εποχές.

Τα τελευταία χρόνια, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση στο δικαίωμα των διακοπών. Σύμφωνα με έρευνα, φέτος στην Ελλάδα, ένας στους δύο δε θα πάρει τρένο, πλοίο, αυτοκίνητο αεροπλάνο, ή όποιο άλλο μέσο είναι διαθέσιμο, για να ξεκουράσει το κορμάκι του κάπου, εκτός των ντουβαριών του σπιτιού του, λόγω του κόστους μετακίνησης και διαμονής. Οι διακοπές καταλήγουν σε προνόμιο, κάτι σαν σύμβολο υψηλού κοινωνικού status.

Μέσα σε συνθήκες ακρίβειας και υπερτουρισμού, φωτισμένα κυβερνητικά μυαλά και οι μούτσοι τους, προσπαθούν να μας πείσουν ότι είναι εξίσου όμορφα να πάμε στα Κουφονήσια τον Νοέμβρη, να βάζουμε τα σεντόνια και τα μαξιλάρια στο ψυγείο, ώστε να είναι δροσερά και να κάνουμε staycation. Είναι περιττή πολυτέλεια να θες να πας πέντε μέρες στα Καμένα Βούρλα και όχι να έχεις εφτά αυτοκίνητα. «Κάθε χώρα έχει τα προβλήματά της. Όλες οι χώρες έχουν φτωχούς», είπε αυτή που δε θα πάει διακοπές στο χωριό της, αλλά κάπου που θα έχει την άνεση να πληρώσει ένα πιάτο μουσακά 33€, φιλοσοφώντας ότι η φτώχεια είναι φυσικό φαινόμενο (για τους άλλους).


Ως λάτρης του καλοκαιριού, γνήσιος τζίτζικας, θυμάμαι κάθε high light αυτής της εποχής. Οι καιροί αλλάζουν κι αν δεν είμαι μέρος αυτής της αλλαγής, δυσκολεύομαι. «Αναγκαίος, παράφορος κι επικίνδυνος ρομαντισμός». Σήμερα, είδα το αγαπημένο μου εναλλακτικό beach bar των εφηβικών και νεανικών μου χρόνων να έχει γίνει «all day bar inspired by nature», κατάλληλο σκηνικό για δημοσιεύματα του τύπου «η τάδε με navy blue μαγιό είναι ό,τι πιο καλοκαιρινό θα δείτε σήμερα».

Εδώ είναι το σημείο, που η νοσταλγία μου χτυπάει κόκκινο. Μαζικοποίηση και μποτιλιάρισμα στους δρόμους, που περπατούσα ανέμελο, ξυπόλυτο παιδάκι. Σήμερα, παρακαλάω σε δύο βδομάδες άδειας να ξεχάσω τον κωδικό του υπολογιστή. Disconnect. Όπως και να ‘χει, κάθε χρόνο, τέτοια εποχή, θα τα βλέπω όλα μέσα από ένα διαθλαστικό φακό, που θα με κάνει να πιστεύω ότι κάθε αλλόκοτο και μη πραγματικό είναι μέρος της κοινής καθημερινότητας.

[mc4wp_form id="278"]