Τέλη Ιουλίου, αποφασίζω ότι πρέπει να ξεπεράσω τη μοναξιά. Την αίσθηση ότι αν κυκλοφορείς και υπάρχεις μόνη κάτι σου λείπει. Κάτι φυσικό και κάτι αφύσικο. Αποφασίζω πως θαυμάζω τόσο πολύ έναν δημιουργό και δεν μπορώ να στερηθώ τη νέα του σπουδή στο κλασικό θέατρο. Κλείνω τα εισιτήρια τελευταία στιγμή, μου βρίσκω μια θέση φτηνή και κατάλληλη. Στην ανεξαρτησία μου δεν περιλαμβάνεται αυτοκίνητο, κι έτσι θα πάρω ένα λεωφορείο για την Επίδαυρο, που θα με επιστρέψει στην Αθήνα την ίδια ημέρα.

Υπάρχει πολύς κόσμος μόνος, κάνω σα να το ανακαλύπτω για πρώτη φορά. Οι μόνοι άνθρωποι μιλάνε πιο εύκολα και πιο ουσιαστικά. Η διπλανή μου στο λεωφορείο μου δίνει από τα μπισκότα της, μιλάει γαλλικά στο τηλέφωνο, αλλά διαβάζει ένα βιβλίο στα αγγλικά. Μου χαμογελάει όλη την ώρα και κρατάμε η μία της άλλης τα πράγματα στη στάση για τουαλέτα. Φτάνουμε πολύ νωρίτερα και έχω χρόνο να διαβάσω το νέο μου αγαπημένο βιβλίο. Θα ανέβω στη θέση μου από νωρίς και ο κύριος δίπλα μου θα με ρωτήσει από πού είμαι, θα με ενημερώσει πως διάβασε ότι η παράσταση είναι κάτι παραπάνω από καλή και πως κουβαλάει κιάλια στο σακίδιο του και πως αν επιθυμώ μπορεί να μου τα δανείζει ενώ παρακολουθούμε, για να είμαι πιο κοντά στις σημαντικές στιγμές των ηθοποιών. Λίγη ώρα αργότερα θα δω κάτι που θα θαυμάζω και θα θυμάμαι για πάντα.

Η Εκάβη, ή όχι αυτή (Hecuba, not Hecuba) – ένας τίτλος αριστούργημα για όσους βρεθήκαμε εκεί – θα εγκατασταθεί στο κεφάλι μου και θα ξεχωρίζει για πολλές μέρες. Ένα κείμενο σεβόμενο βαθιά την Εκάβη του Ευριπίδη, μια ωδή στο θέατρο, τη μητρότητα, τους αγώνες για δικαιοσύνη, την αγάπη. Ακούγοντας τα καλύτερα γαλλικά του κόσμου, παρακολουθήσαμε την προσπάθεια μιας μητέρας, της Εκάβης ή Νάντιας και είδαμε στα μάτια της ίδιας γυναίκας να παίρνει μορφή ο αγώνας ενάντια στην αδικία. Ο πόνος μας κάνει πιο δυνατές; Σκέφτομαι συχνά τελευταία κάτι που έλεγε μια «θεία» στο χωριό σε όποιον συμπαθούσε: «Σου εύχομαι να σου τύχουν λίγα, γιατί ο άνθρωπος αντέχει πολλά». Μια μητέρα που ανακαλύπτει πως ο αυτιστικός γιος της είναι θύμα κακοποίησης των ανθρώπων που εμπιστεύτηκε, πόσα μπορεί να αντέξει; Μια μητέρα που αγωνίζεται ήδη από τη διάγνωση του παιδιού της, σε ένα κράτος που αδιαφορεί γι’ αυτά τα άτομα, πού μπορεί να απευθυνθεί για δικαιοσύνη; Το αγαπημένο μου κομμάτι της παράστασης, ήταν το γάβγισμα τους. Ένα γάβγισμα δυνατότερο κι από την κρατική αδιαφορία σε κράτη όπως η ευρωπαϊκή Ελβετία, μιας και η παράσταση είχε αφετηρία ένα σκάνδαλο για μια εστία όπου φιλοξενούνταν παιδιά στο φάσμα του αυτισμού. Κάθε φορά σκέφτομαι πως υποφέρουμε από άγνοια και πως αυτοί οι γονείς και αυτά τα παιδιά χρειάζονται μια πιο έτοιμη και συμπεριληπτική κοινωνία.

Η παράσταση τελειώνει, συγκινούμαι, συγκινείται παραπάνω ο μπροστινός μου κι ένα κορίτσι στα δεξιά σηκώνει την Παλαιστινιακή σημαία για να φωνάξει μαζί με μια μεγάλη μερίδα του κοινού ένα σύνθημα που θα έπρεπε όλους να μας ενώνει. Ο κύριος δίπλα μου δηλώνει πως είδαμε κάτι φανταστικό. «Ταρακουνήθηκα, εσύ;», με ρωτάει μόνο για να συμφωνήσω μαζί του. Τις τραγωδίες τις έγραφαν για να τις διδάξουν. Οι θεατές είμαστε σαν μαθητές προνομιούχοι. Μαθαίνουμε για τα όρια της ανθρώπινης φύσης και βρίσκουμε κάθε φορά και κάτι για εμάς σε έργα σαν αυτά. Αλλά η ζωή δεν είναι θέατρο. Ο νέος αγαπημένος μου σκηνοθέτης και θεατρικός συγγραφέας – που ευτυχώς θα ξανάρθει στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση – πιστεύει ότι πρέπει να είμαστε πεσιμιστές στο θέατρο για να είμαστε οπτιμιστές στην πραγματική μας ζωή. Συμφωνώ, γιατί εγώ κι ο διπλανός μου επιβεβαιώνουμε ότι ταρακουνηθήκαμε.

Φτάνω στο λεωφορείο της επιστροφής για να γνωρίσω τον κύριο Αντώνη. Πότε ήταν η τελευταία φορά που μίλησα σε τόσο άγνωστο κόσμο; Είναι πωλητής του περιοδικού δρόμου Σχεδία και με ενημερώνει πως πούλησε 43 περιοδικά και είναι πολύ ευχαριστημένος. Χαμογελάει πολύ. Με ρωτάει για την παράσταση, θα ήθελε πολύ να την έχει δει. Έρχεται χρόνια ως πωλητής αλλά δεν έχει δει ποτέ παράσταση. Κάποτε εύχεται να τα καταφέρει. Λέμε για την Αθήνα, τα νησιά των γονιών του που έχει χρόνια πολλά να επισκεφτεί, τη ζέστη, την επιβίωση, τη λέξη τραγωδία, τη Νέα Φιλαδέλφεια όπου μένει και πουλάει τη Σχεδία του που έγινε η σωτηρία του. Στο λεωφορείο όλοι συζητάνε και τελικά αποκοιμιούνται λίγο πιο γεμάτοι.

Χθες είδα ακόμα μια παράσταση και κάθε φορά είμαι και πιο σίγουρη πως κοιτάζοντας μια οποιαδήποτε σκηνή, μαθαίνω. Κι έχω υποσχεθεί να μαθαίνω για πάντα.

[mc4wp_form id="278"]