Ένα φθινοπωρινό απόγευμα στη γειτονιά Södermalm της Στοκχόλμης, οι ντόπιοι έχουν βγει συλλογικά στις βεράντες τους και πίνουν καφέ, κρασί ή μπύρα, αλλά αντί για τασάκια και αναπτήρες, στα τραπέζια «ξαπλώνουν» διάσπαρτα μικρά στρογγυλά πλαστικά κουτάκια με brands, όπως General, Velo, Zyn, Göteborgs Rapé και Ettan.
Περιέχουν snus, δηλαδή σακουλάκια γεμάτα νικοτίνη, που μοιάζουν με μικροσκοπικά φακελάκια τσαγιού, τα οποία οι χρήστες βάζουν πίσω από το άνω χείλος τους. Το παραδοσιακό snus παρασκευάζεται με βρεγμένο καπνό που έχει παστεριωθεί και αρωματιστεί, ενώ η δεκαετής μετατροπή του, που στην καθομιλουμένη ονομάζεται white snus, χρησιμοποιεί φυτικές ίνες αντί για καπνό και το προϊόν, και στις δύο εκδοχές του, είναι ο λόγος για τον οποίο η Σουηδία έχει κόψει σχεδόν εξ’ ολοκλήρου το κάπνισμα, όπως σχολιάζει το Bloomberg σε ανάλυσή του.
Από το 2022 μόνο το 5,6% των Σουηδών εξακολουθεί να προτιμά τα παραδοσιακά τσιγάρα. Αυτό είναι το χαμηλότερο ποσοστό σε ολόκληρη την Ευρώπη κι αν η καθοδική πορεία συνεχιστεί με τον ίδιο ρυθμό, η χώρα θα πέσει κάτω από το 5% κάποια στιγμή μέσα στο 2024 – όριο που αν ξεπεραστεί, χρίζει και τυπικά μια χώρα “smoke free”. Καθώς οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο προσπαθούν να περιορίσουν το κάπνισμα, η Σουηδία είναι προφανώς το απόλυτο παράδειγμα.
Αξιωματούχοι δημόσιας υγείας και φανατικοί αντικαπνιστές αποδίδουν την επιτυχία της χώρας στην αποτελεσματική χάραξη στρατηγικής αλλά αρκετοί πολιτικοί, η Big Tobacco (φυσικά) και ορισμένοι ειδικοί σε θέματα δημόσιας υγείας επιμένουν ότι τα πραγματικά εύσημα πρέπει να αποδοθούν στο snus.
Τα στατιστικά της Στοκχόλμης έχουν τώρα πυροδοτήσει μια γενικότερη συζήτηση σχετικά με το αν οι καπνιστές τσιγάρων πρέπει να ωθούνται προς εναλλακτικές λύσεις, όπως τα σακουλάκια νικοτίνης, οι ατμιστές και οι συσκευές θέρμανσης καπνού, ή αν τα προϊόντα αυτά απλώς εξομαλύνουν μία ιδιαίτερα εθιστική -αν και λιγότερο επιβλαβή σε αυτό το επίπεδο- συμπεριφορά. Παρότι δεν είναι καρκινογόνος ουσία, η νικοτίνη μπορεί να αυξήσει την αρτηριακή πίεση, να συμβάλει σε καρδιαγγειακές παθήσεις και να επιδεινώσει καρδιακά ζητήματα κι άλλα προβλήματα υγείας.
Εν τω μεταξύ, οι καπνοβιομηχανίες παρακολουθούν (και συνεπηρεάζουν) τις εξελίξεις στηνΣουηδία για να διαπιστώσουν αν μπορούν να συνεχίσουν να αποκομίζουν μεγάλα κέρδη, την ώρα που ο αριθμός των καπνιστών παγκοσμίως μειώνεται σταθερά. Πέρυσι ο κολοσσός του καπνού Philip Morris International Inc. κατέβαλε 16 δισεκατομμύρια δολάρια για να εξαγοράσει τη Swedish Match AB, τον μεγαλύτερο προμηθευτή snus στη χώρα και κατασκευαστή των δημοφιλών Zyn, με τις πωλήσεις να αυξάνονται κατά 17% μέσα σε τέσσερις εβδομάδες, έως τις 31 Δεκεμβρίου, σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα.
Το προϊόν εισήλθε στην κουλτούρα της Σουηδίας πριν από 200 χρόνια, όταν το «χαλαρό» snus, μια μορφή παστεριωμένου καπνού, έγινε εναλλακτική μόδα στους αγρότες, όπου ήθελαν να απολαμβάνουν νικοτίνη χωρίς να απασχολούν τα χέρια τους. Η συνήθεια εξασθένησε, όταν η δημοφιλία των τσιγάρων απογειώθηκε τις δεκαετίες του 1950 και του 1960, αλλά το snus άρχισε να επιστρέφει την επόμενη δεκαετία, καθώς οι θανατηφόροι κίνδυνοι του καπνίσματος έγιναν ευρύτερα γνωστοί.
Το snus είναι τόσο συνηθισμένο στη Σουηδία που, το 1994, ενόψει του εθνικού δημοψηφίσματος για την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι αρχές των Βρυξελλών εξαίρεσαν τη χώρα από την απαγόρευση του snus σε όλο το μπλοκ, η οποία εξακολουθεί να ισχύει, ελπίζοντας να συγκεντρώσουν περισσότερες ψήφους.
Σήμερα, περίπου το 14% του πληθυσμού κάνει τακτικά snus, σύμφωνα με τη Σουηδική Υπηρεσία Δημόσιας Υγείας. Και καθώς η χρήση του snus έχει αυξηθεί, τα ποσοστά του καπνίσματος βαίνουν προς την αντίθετη κατεύθυνση. Το 2004, περίπου το 14% των ανδρών και το 19% των γυναικών κάπνιζαν καθημερινά. Μέχρι το 2022, τα ποσοστά αυτά είχαν μειωθεί κατά περίπου δύο τρίτα, εξαιτίας (και) της αύξησης στη φορολογία των τσιγάρων και την απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους.
Η διάδοση της κατανάλωσης του snus έχει προκαλέσει συναγερμό στους αξιωματούχους υγείας και ενθουσιασμό σε όσους έχουν συμφέρον να δουν τα «άκαπνα» προϊόντα να διαμορφώνουν μια μεγάλη παγκόσμια αγορά. Ο διευθύνων σύμβουλος της British American Tobacco Plc, Tadeu Marroco, δήλωσε πρόσφατα ότι περίπου 100 εκατομμύρια άνθρωποι -περίπου το 10% των καπνιστών στον κόσμο- χρησιμοποιούν ήδη προϊόντα νικοτίνης χωρίς καύση. Η εταιρεία ερευνών InsightAce Analytic Pvt Ltd. εκτιμά ότι η αγορά αυτή αξίζει σήμερα περισσότερα από 27 δισεκατομμύρια δολάρια, σε σύγκριση με την παγκόσμια αγορά τσιγάρων των 900 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Όμως, με τους κανονισμούς γύρω από αυτά τα προϊόντα να περιορίζουν την εμβέλειά τους, το μέλλον τους μπορεί να εξαρτηθεί από το αν θα επικρατήσει η σχολή του «περιορισμού της ζημιάς», της πολιτικής δηλαδή που προωθεί ενεργά ασφαλέστερες εναλλακτικές λύσεις απέναντι στο κάπνισμα. Ενώ οργανισμοί όπως η Εθνική Υπηρεσία Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου έχουν ενστερνιστεί αυτή τη νοοτροπία – φτάνοντας το σημείο να προσφέρουν ακόμα δωρεάν σετ ατμιστών στους καπνιστές – άλλοι φορείς, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ανησυχούν ότι τα προϊόντα αυτά γίνονται πολύ γρήγορα, πολύ δημοφιλή, ενώ ακόμα δεν έχουν διαπιστωθεί οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τους.
Πηγή: Ο.Ε.