Η Νάουσα είναι βουνό κι έχει χρώμα πράσινο. Είναι σπιτάκια με συνηθισμένα κεραμίδια σε μεγάλο υψόμετρο, είναι το κρύο μέσα στο καλοκαίρι που δε σε ενοχλεί, είναι ξύλινα σαλέ με καφέ εκτός μόδας, είναι παγωτό που επιτελεί επιτέλους το σκοπό του γιατί σε παγώνει, όχι απλά σε δροσίζει, είναι μια σκηνή δίπλα σε άλλες που προτιμούν τον φρέσκο αέρα του βουνού και όχι της θάλασσας. Η Νάουσα είναι μια κουβέρτα λινή μέχρι τα μάτια και μέχρι αργά το πρωί χωρίς να ιδρώσεις καθόλου . Είναι ένα κρύο διαφορετικό, γλυκό γιατί σου δίνει ανάσες και μυρωδιές ξένες και φιλόξενες ταυτόχρονα. Κι όταν κλείσεις τα μάτια και δεν του αντισταθείς, ξαφνικά η Νάουσα γίνεται το άλλο καλοκαίρι το πιο πράσινο, εκείνο δίπλα στο ποτάμι. Και αρχίζεις και μυρίζεις πιο καλά και αναγνωρίζεις.
Φτάνεις από την άλλη άκρη της Ελλάδας κάποιο βράδυ αργούτσικα. Μπαλκόνια χαμηλά για να επιτρέπουν στις μυρωδιές να είναι εντονότερες και παραθεριστές για περισσότερο χρόνο. Μυρίζεις ροδάκινο, ροδάκινο λευκόσαρκο, ροδάκινο πορτοκαλί, κίτρινο, μυρίζεις ακόμα και τα χρώματα (αλήθεια, ξεχωρίζουν;). Μαρμελάδα και κομπόστα και γλυκό του κουταλιού και όλα μαζί και ξανά ξεχωριστά και ξανά σπιτικά φτιαγμένα. Κάθε καλοκαίρι υπόσχομαι να φάω το πρώτο μου ροδάκινο στη Νάουσα και στον γυρισμό να έχω αγκαλιά την πιο νόστιμη μαρμελάδα που θα φάω ποτέ. Ακολουθούν οι ψητές πιπεριές, κόκκινες και πράσινες, που τρώγονται από το πρωί μέχρι το βράδυ. Η μυρωδιά της πιπεριάς είναι ανάμνηση χαραγμένη στη μύτη σου. Εμένα μου θυμίζει οικογένεια μαζεμένη κι ένα ποτήρι κρασί στο χέρι. Σαρμάδες (οι γνωστοί σου λαχανοντολμάδες), μα διαφορετικοί, παραγγελία μέσα στο κατακαλόκαιρο γιατί απαγορεύεται να φτάσεις μέχρι εδώ και να μην τους φας. Τα τρίγωνα και οι μπουγάτσες, γίνονται τα πιο λαχταριστά γλυκά παρόλο που υστερούν σε σοκολάτα. Είναι το πρωινό σου και το επιδόρπιο κάθε γεύματος που θα είναι το πρώτο πράγμα που θα σου λείψει μόλις φύγεις από εδώ. Κι ύστερα η υπερπροσφορά κρασιού, γεμάτης γεύσης, ταιριαστή με ένα ψάρι του γλυκού νερού. Όμως, δε θα ξεχάσεις ποτέ το νερό! Κουβαλάς το μπουκάλι σου που με μεγάλα γράμματα γράφει ΣΕΛΙ και το γεμίζεις σε κάθε γωνιά, επειδή όπου κι αν στρίψεις θα δεις πέτρινες βρύσες για να ξεδιψάσεις και να αισθανθείς τη γαλήνη που προσφέρει το νερό πάνω στο πρόσωπό σου. Στη Νάουσα το καρπούζι σου δεν το βάζεις στο ψυγείο, αλλά γεμίζεις την μπανιέρα και το αφήνεις εκεί, αγκαλιασμένο από το νερό, να νιώθει πως ανήκει ακόμα στη φύση.
Στο μικρό καταπράσινο πάρκο, κάτω από έναν δρόμο που λέγεται Ναυαρίνου κι οι Ναουσαίοι γελάνε, συνάντησες το πρώτο σου παγώνι, έναν ορκισμένο ερασιτέχνη τραγουδιστή βουτηγμένο στα χρώματα. Κι έχεις ένα βάζο γεμάτο με τα φτερά του που πρόσφερε απλόχερα σε όλες τις γωνιές του πάρκου, δώρα για τους ακροατές του. Εδώ, είδες και τον πρώτο σου ζωγράφο κι ήσουν πολύ μικρή. Αυτός καθόταν δίπλα στις φωλιές των κύκνων ζωγραφίζοντας τις τουλίπες που διέκρινε απέναντι. Σ’ αυτό το πάρκο, έπαιξες το πρώτο σου κρυφτό γιατί είναι τόσο μικρό ώστε να μη χαθείς, είναι όμως αρκετά μεγάλο για να χωθείς στις κρυψώνες του μέχρι να έρθει η σειρά σου να τα φυλάς. Δίπλα στο ποτάμι που ρέει με θόρυβο, βλέπεις μικρούς και μεγάλους να απολαμβάνουν τη μουσική. Κι εδώ, είδες εκείνους τους δύο γονείς, να διαβάζουν, ξαπλωμένοι στο γρασίδι, ένα παραμύθι για εκείνο το κορίτσι που δε σταματάει ποτέ να χορεύει…
Θα πάρεις όμως και λεωφορείο για να πας και σ’ ένα πολύ μεγαλύτερο πάρκο και πιο ξακουστό: στον Άγιο-Νικόλαο. Όταν ήμουν μικρή και βομβαρδιζόμουν με την ιδέα του γάμου, υποσχόμουν ότι θα διαλέξω εκείνη την εκκλησία, να ακούω νερό και θρόισμα φύλλων για να ευτυχήσω στα σίγουρα. Όσο το διασχίζεις, περπατάει μαζί σου και ο ποταμός και σχεδόν σου μιλάει μέχρι να συναντήσεις τη λίμνη με τις πέστροφες, που τόσο έχουν συνηθίσει τους επισκέπτες που κάνουν κόλπα μέσα και έξω από το νερό. Στο ποτάμι δεν κολυμπάς, βάζεις τα πόδια σου, τα φρούτα σου, τις μπύρες σου και σταματάς για λίγο τον χρόνο, μιας και έχει αυτή την ησυχία της φύσης που έχει τη δύναμη να σε κάνει να ξεχνάς το μετά. Εκεί, θα διασχίσεις γέφυρες και θα φτάσεις σε σημεία που θα νιώθεις πως δεν έφτασε ποτέ κανείς πριν από εσένα, μα θα ανακαλύπτεις τα απομεινάρια τους. Πράσινο, πράσινο, πράσινο, σκίουροι στα δέντρα, το ποτάμι να σιγοτραγουδά και άνθρωποι να κάνουν πικ νικ πάνω σε καρό τραπεζομάντιλα, χαρούμενοι κι ελεύθεροι.
Θα περάσεις μέρες γεμάτες και πολύχρωμες, γιατί η Νάουσα είναι χρωματιστή και συνηθίζεις να περπατάς με χαμόγελο. Μην ξεχάσεις να περπατήσεις στα Αλώνια και να υποσχεθείς να αγοράσεις σπίτι εκεί για να επιστρέφεις στο παρελθόν κάθε φορά από λίγο. Λίγα βήματα και είσαι παντού, εκεί που θες κι εκεί που ψάχνεις. Κι αν νομίζεις πως το καλοκαίρι υπόσχεται μόνο τη λύτρωση της θάλασσας, μάλλον δεν έχεις βγάλει ποτέ μέχρι τώρα, στις 9 το πρωί, το κεφάλι σου ερευνητικά έξω από τη σκηνή για να αντικρίσεις τη λύτρωση της φύσης.