Είναι ηθοποιός (απόφοιτη της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης), ζωγράφος, γράφει, ασχολείται (και) με την μουσική. Είναι όμως πρωτίστως κι αυτά τα ασκημένα μάτια, που σε κάποιο φανάρι θα παρατηρήσουν εκείνον που χασμουριέται, τα δώδεκα δευτερόλεπτα, που διαρκεί το κόκκινο. Η Ματίλντα Τούμπουρου δεν πετάει, ανάλαφρη από τυχόν ευκολίες. Βαδίζει χιλιόμετρα σε μια απρόβλεπτη γη, αποφασισμένη να υπάρξει χωρίς εκπτώσεις. Και ναι, έχει δίκιο: όλα αυτά είναι πιο κοντά σε μια αίσθηση κανονικότητας, γιατί αυτός που δίνει αξία στις ημέρες «προετοιμασίας», εστιάζει πάντα στις φωτεινές δυνατότητες του καιρού μας. Και κοπιάζει γι’ αυτό.
Ματίλντα, πριν έρθω να σε συναντήσω, διάβασα, μεταξύ άλλων, ένα κείμενό σου δημοσιευμένο στον «Χάρτη». Το βρήκα εξαιρετικό. Είσαι πολλά πράγματα, τελικά.
Δε θα το’ λεγα! Η πολυπραγμοσύνη είναι, μάλλον, περισσότερο κάτι που κατά καιρούς με τρομάζει, παρά με χαρακτηρίζει. Ίσως να δίνεται αυτή η εντύπωση, καθώς παράγω με τόσες διαφορετικές μορφές κάτι, αλλά αυτό είναι απλώς μια πιο σφαιρική επισκόπηση ενός και μόνο θέματος. Στην πραγματικότητα, μετά βίας φέρω εις πέρας ένα ζητούμενο τη φορά.
Υποκριτική, ζωγραφική, συγγραφή, μουσική. Πώς έγινε η τέχνη μονόδρομος;
Δεν είναι! Προσπαθώ να αποφεύγω οτιδήποτε μπορεί να με εντάξει σε μία μονοτονία. Η τέχνη από μόνη της, εξάλλου, δεν είναι μονόδρομος. Έχει τόσες ρεματιές, τόσες παρακάμψεις, τόσες παλινδρομήσεις, τόσες παραμορφώσεις έως το σημείο να αμφισβητούνται και τα ίδια τα όριά της.
Νιώθεις κάπου περισσότερο ασφαλής;
Θα πω όχι. Πουθενά δεν έχω αισθανθεί εντελώς ασφαλής. Ίσως, αυτό να είναι το ζητούμενο.
Πώς ξεκινάει μια τυπική σου μέρα και τι περιέχει;
Kάθε ημέρα είναι διαφορετική. Δεν έχω τυπικές μέρες. Φροντίζω, ωστόσο, κάθε ημέρα να διατηρώ κάποιες σταθερές συνήθειες. Να ζωγραφίζω, έστω και δυο γραμμές, να γράφω, έστω και μία σκέψη, να κάνω τη γυμναστική μου. Γενικώς, φροντίζω να μην παραμελώ τον εαυτό μου. Είναι η πιο σημαντική άσκηση. Βέβαια, υπάρχουν μέρες, που είμαι εντελώς δημιουργική και αφοσιώνομαι σε ένα έργο, όμως, μεγαλύτερη αξία έχουν οι ημέρες «προετοιμασίας». Εξού και στον αθλητισμό υπάρχουν ημέρες προπόνησης και ημέρες ματς.
Έχουν προηγηθεί αρκετές εικαστικές εκθέσεις σου. Τι θα ακολουθήσει;
Καλή ερώτηση! Μετά την τελευταία έκθεση, αποφάσισα πως δε θα ήθελα να παρουσιάσω τα έργα μου ξανά με αυτό τον τρόπο. Χρειάζομαι μια πιο δραστήρια μορφή έκθεσης. Ακόμα το επεξεργάζομαι. Προς το παρόν, απολαμβάνω την ελευθερία μου να εξερευνώ κι άλλα μέσα, μεθόδους χωρίς καμία εξωγενή δέσμευση. Άλλωστε, δεν πιστεύω πως, εν έτει 2024, μπορούμε πράγματι να μιλάμε για μια έκθεση ζωγραφικής, όπως την γνωρίσαμε τις προηγούμενες δεκαετίες, προ social media. Καθημερινά, επισκεπτόμαστε γκαλερί με ένα απλό scroll. Ποια η πνευματική τους επίδραση, αλλουνού παπά ευαγγέλιο. Εξάλλου, το κοινό της ζωγραφικής είναι μια «ντεμοντέ» ομάδα. Η σχέση μας με την εικόνα είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη του ’30 και του ’80. Για εμένα, δεν υπάρχει μεγάλη απόκλιση από την συμπεριφορά μας με το φαγητό. Είναι πάντα πιο εύκολο το fast food κι αν μη τι άλλο, η συνδιαλλαγή με ένα έργο τέχνης είναι για τους περισσότερους μία κοπιώδης, αν όχι προς αποφυγήν διαδικασία. Δεν ξέρω αν έχει αξία να το πω, αλλά: έχεις παρατηρήσει πόσο ομορφαίνουν με τον καιρό οι συσκευασίες τροφίμων, ποτών και προϊόντων; Μερικές φορές, μέχρι κι εγώ αγοράζω κάποια επειδή έχουν υπέροχες εικονογραφημένες ετικέτες.
Από ποιους ανθρώπους εμπνεύστηκες; Με ποιους τόπους ταυτίστηκες; Ποια ταξίδια ονειρεύεσαι;
Θα ήταν άδικο να επιλέξω έναν ή δύο ανθρώπους συγκεκριμένα, ενόσω αποκλείω κάποιους άλλους. Ωστόσο, τις περισσότερες φορές εμπνέομαι από ασήμαντα πράγματα, καθημερινές χειρονομίες, διατάξεις επίπλων σε δημόσιους χώρους, τα ερεθίσματα είναι πολλά. Με αφορά εντελώς ο άνθρωπος και πιο συγκεκριμένα, ο άνθρωπος της πόλης, καθώς αυτόν συναναστρέφομαι. Φαντάζομαι τις προσωπικές στιγμές του, πόσο δε διαφέρουν από τις δικές μου κι όλο αυτό καταλήγει σε ένα κωμικό γεγονός. Αν μπορώ να εκφράσω, κάπως, γιατί ο άνθρωπος ως ον είναι μια αστείρευτη πηγή έμπνευσης είναι επειδή υπάρχει τόση κωμωδία μες στη βίαιη φύση του. Δεν εμπνέομαι από «προσωπικότητες», αντιθέτως η σοβαρότητά τους μου προκαλεί γέλιο. Προτιμώ τον ψιλικατζή, τον άνθρωπο της πατέντας, τον άνθρωπο που χασμουριέται με ορθάνοιχτο στόμα μέρα μεσημέρι κάτω από το φανάρι μέχρι να περάσει απέναντι. Αντιστοίχως, με τους τόπους και τα ταξίδια, που με ρωτάς. Είμαστε ικανοί να ταξιδέψουμε παντού, αρκεί να διαβάσουμε ένα μυθιστόρημα γραμμένο στη Ρωσία, στη Βουλγαρία, στη Γαλλία ή ακόμη και σε μια ανύπαρκτη χώρα ( απ’ τα αγαπημένα μου!), αρκεί να έχουμε ενεργό το αίσθημα της μετακίνησης. Υπάρχουν άνθρωποι, που ταξιδεύουν και δεν έχουν πάρει πρέφα από ταξίδι. Μπορεί να φαίνονται ενθουσιασμένοι, όμως γνώμη μου είναι πως παράγουν επί τούτου αυτή τη διάθεση. Συνήθως, αρκούνται στις αναμνηστικές φωτογραφίες μπροστά από τα αξιοθέατα. Ονειρεύομαι, λοιπόν, να μη σταματήσω ποτέ να ταξιδεύω.
Άραγε ορίζεται η έμπνευση;
Όχι, δεν ορίζεται και ούτε είναι κι απαραίτητος μπούσουλας για να εκπονηθεί κάτι. Πιστεύω ακραδάντως στο όραμα και την υπομονή.
Η Αθήνα πώς σου φαίνεται; Αν δεν κάνω λάθος, πρόσφατα επέστρεψες από σπουδές στο εξωτερικό;
Αχ! Αν μπορούσα να παρομοιάσω την Αθήνα με κάτι, θα ήταν σαν ένα παλιό αρχοντικό σπίτι, που το κατοικούμε ακόμη, όμως οι σοβάδες του πέφτουν, κατά καιρούς υποφέρουμε από την υγρασία του, νοσηλευόμαστε με ισχυρά κατάγματα που προκαλούνται απ΄τις ζημιές του, πληρώνουμε ακριβά το νοίκι του (μεταφορικά και κυριολεκτικά), ενώ ταυτοχρόνως περιμένουν απ’οξω κι όλοι οι μνηστήρες της Πηνελόπης. Ίσως να την παρομοίαζα και με την ίδια την Πηνελόπη, αλλά δεν αισθάνομαι πως θα έρθει κάποιος Οδυσσέας να τη σώσει. Nα, ένα ενδιαφέρον πορτραίτο της. Ο Οδυσσέας της Αθήνας, τελικώς ηττήθηκε στη μάχη με τους Λαιστρυγόνες.
«Δεν σβήνω, δεν συνοψίζομαι, δεν συμμαζεύομαι, δεν μπαίνω στο ντουλάπι για μια ώρα ανάγκης, δεν με κόβεις στα τέσσερα, δεν με θηρεύεις, δεν με αναλύεις, μη με θαυμάσεις όμως απ’ την άλλη». Νομίζω ότι σε ξέρω, διαβάζοντας και μόνο τις παραπάνω φράσεις σου.
Αναφέρεσαι σε ένα απόσπασμα από το κείμενό μου, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Χάρτης». Είναι ένα κείμενο, που γράφτηκε απνευστί, πριν ενάμιση χρόνο. Είναι πιο πολύ μια ρητή κραυγή, ωστόσο, παρά κείμενο.
Μια ρητή κραυγή. Αυτό ένιωσα κι εγώ.
Είναι καλοκαίρι. Τι σημαίνει για σένα καλοκαίρι;
Πρακτικά, μια ανυπόφορη ζέστη! Θεωρητικά, το καλοκαίρι είναι για την Ελλάδα το πιο χρυσό κόσμημα. Ανοίγουν οι πόροι του συναισθήματος και ξυπνούν από τη χειμερία νάρκη όλες οι ερωτικές και πνευματικές διαθέσεις.