Συνομιλώ με ένα παιδί. Πρώτα λέμε για τον παπαγάλο του Μετς, που έφυγε από την Αθήνα, έντρομος, την ημέρα του καύσωνα και πήγε στην Αίγινα. Πήρε το γρήγορο πλοίο από τον Πειραιά κι έφτασε στο νησί πρωί – πρωί. Έχει αλλεργία στη ζέστη.
Μετά, λέμε για τα χταπόδια. Ή μάλλον εγώ δε λέω τίποτα. Σε αυτή την περίπτωση, μόνο ακούω. Τα παιδιά την καθαρή τους συγκίνηση τη συνοδεύουν πάντα με ευρηματικότητα και μια παλλόμενη ένταση να μη μένει τίποτε χωρίς λύση.
- Τα χταπόδια ονειρεύονται. Να το ξέρεις. Δε θα φάω ποτέ χταπόδι. Δε θέλω να καταπίνω κανένα όνειρο, λέει το αποφασισμένο παιδί.
- Όταν ονειρεύονται το δέρμα τους αλλάζει σχέδια, πέταξα την ατάκα μου.
- Κι εγώ όταν ονειρεύομαι, έχω κόκκινα μάγουλα. Κι εσύ όταν ονειρεύεσαι, χαμογελάς. Δε θέλω να ενοχλούμε όσους ονειρεύονται.
Έχει δίκιο, σκέφτομαι, και είναι μόνο έξι.
Και όντως:
Μία νέα έρευνα επιβεβαιώνει πως τα χταπόδια ονειρεύονται, όταν κοιμούνται και μάλιστα ο ύπνος τους έχει εκπληκτικές ομοιότητες με τον ύπνο των ανθρώπων.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν πως, κατά τον ύπνο των χταποδιών, το δέρμα τους άλλαζε σχέδια, τα κλειστά μάτια τους κινούνταν και η ανάσα τους επιταχυνόταν. Κατά τη διάρκεια αυτών των αλλαγών, οι εγκέφαλοί τους έδειχναν διαφορετικών ειδών δραστηριότητες στα εγκεφαλογραφήματα. Οι επιστήμονες εντόπισαν την προέλευση αυτής της δραστηριότητας στο τμήμα μνήμης και εκμάθησης του εγκεφάλου.
Η αλλαγή των χρωμάτων πιθανόν να συμβαίνει, επειδή το χταπόδι εξασκεί την τεχνική αλλαγής χρωμάτων στον ύπνο του ή μπορεί να είναι μια διεργασία απαραίτητη για τη διατήρηση των χρωματοφόρων κυττάρων σε καλή κατάσταση. Ωστόσο, υπάρχει και η πιθανότητα, τα χταπόδια να ζουν ξανά τις μνήμες τους στον ύπνο τους, κάτι παρόμοιο δηλαδή με τα όνειρα. Αυτό θα σημαίνει πως τα όνειρα – των οποίων το σκοπό οι επιστήμονες ακόμα δεν έχουν αναγνωρίσει – είναι με κάποιον τρόπο ωφέλιμα και στα χταπόδια.
Η κουβέντα για τον παπαγάλο που πέταξε για να σωθεί καθώς και για τα χταπόδια που ονειρεύονται είναι ίσως από τις πιο σημαντικές στιγμές μου, αυτόν τον θερμότατο Ιούνιο.
Το ίδιο παιδί αγκαλιάζει τους κορμούς των δέντρων, όταν φυσάει. Κάτι τέτοια «βλέπει» η φύση κι επιμένει στο περήφανο ανάστημά της.